Δευτέρα 20 Αυγούστου 2018

Κάθε πράγμα μετατρέπεται στο αντίθετό του, και οι αδυναμίες ενός έθνους μπορούν να μετατραπούν σε δύναμή του

Αν λοιπόν ως εδώ επιμείναμε πολύ στον τρόπο με τον οποίο ο ρώσικος σοσιαλιμπεριαλισμός επέβαλε από τα μέσα τη δική του διεθνή και εσωτερική πολιτική και ταυτόχρονα τσάκιζε τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας μας και την εξαρτούσε οικονομικά όσο καμιά άλλη ευρωπαϊκή χώρα, ήταν για να αποδείξουμε μέσα κυρίως από τη σύγχρονη πολιτική ότι δεν είναι μια παλιά γενικευμένη πανεθνική ιδεολογική κατάρα εκείνο που έχει εμποδίσει τη χώρα μας να μπει πραγματικά στον κύκλο των σύγχρονων ευρωπαϊκών εθνών, αλλά ο ειδικός, ιστορικά διαμορφωμένος χαρακτήρας της ελληνικής άρχουσας τάξης. Αυτός επιτρέπει στον «γενετικά» πιο συγγενικό της ιμπεριαλισμό, το ρώσικο, δηλαδή στον κατάλληλο εξωτερικό παράγοντα, να αποσαθρώσει αυτήν την άρχουσα τάξη και να αναδείξει από μέσα της και μέσα από το λαό ό,τι το αθλιότερο και καταστροφικότερο υπάρχει, και πάνω απ’ όλα ασκώντας πολυμέτωπη και ύπουλη βία να καταστρέψει κάθε κομμάτι του έθνους που αντιστέκεται στον εξωτερικό εχθρό και τελικά να καταστρέψει όλη τη χώρα. Επειδή πιστεύουμε ότι αυτή η διαδικασία εκτυλίσσεται όλο και πιο πολύ κόντρα στις βαθύτερες ιδεολογικές και πολιτικές διαθέσεις της πλατιάς μάζας του ελληνικού πληθυσμού, οι οποίες κινούνται μέσα στο μεγάλο ρεύμα του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού, η άρχουσα τάξη έρχεται σε όλο και μεγαλύτερη σύγκρουση με τη βάση της, ιδιαίτερα τη λαϊκή. Αν αυτό δε γίνεται τόσο φανερό ακόμα είναι γιατί μοιραία ο ελληνικός λαός, όπως κάθε άλλος, επηρεάζεται πολύ έντονα και αρνητικά από τις πολιτικές ιδέες της κυρίαρχης τάξης σε εποχές που δε διαθέτει δικά του κάπως μαζικά διαφωτιστικά και πολιτικά κέντρα άμυνας, όπως συμβαίνει σήμερα.

Μιλώντας εδώ για «δυτικό πολιτισμό» δεν εννοούμε τον δυτικού τύπου μονοπωλιακό καπιταλισμό, ούτε την αντίστοιχη αστική σκέψη, που στην πραγματικότητα βρίσκονται σε βαθιά αντιδιαφωτιστική παρακμή. Εννοούμε το ανεπτυγμένο πολιτιστικό επίπεδο των λαών στις ανεπτυγμένες χώρες, δηλαδή το δημοκρατικό πολιτισμό τους, στον οποίο έχουν διαπαιδαγωγηθεί από τις μεγάλες αστικοδημοκρατικές επαναστάσεις τους, από τα μεγάλα αντιφασιστικά τους κινήματα, αλλά και από τις ως τώρα νικημένες, αλλά παρούσες στη συλλογική μνήμη προλεταριακές-σοσιαλιστικές επαναστάσεις τους. Αυτός ο πολιτισμός των πλατιών λαϊκών μαζών έρχεται καθημερινά σε οικονομική και πολιτική σύγκρουση με τον γουρουνόπετσο, αντιδημοκρατικό, οικονομίστικα τυφλό χαρακτήρα του κυρίαρχου σ’ αυτές τις χώρες μονοπωλιακού κεφαλαίου. Αυτό συνεργάζεται στενά με το ρώσικο και το κινέζικο νεοναζιστικό ομόλογό τους κεφάλαιο και γι’ αυτό κανακεύει την υποτακτική σ’ αυτούς ελληνική άρχουσα τάξη. Μιλώντας εδώ για «δυτικό πολιτισμό» εννοούμε στο βάθος το δυτικό Διαφωτισμό, η πιο ανεπτυγμένη και σύγχρονη έκφραση του οποίου είναι ο κατασυκοφαντημένος από τις αστικές τάξεις προλεταριακός, μαρξιστικός διαφωτισμός. Με αυτή λοιπόν την έννοια του «δυτικού» πιστεύουμε ότι η αντίθεση του λαού στην ανατολίτικη άρχουσα τάξη του έχει μεγαλώσει, παρόλη την εξ αντανακλάσεως σχετική οπισθοδρόμηση και του ίδιου του λαού. Έχει μάλιστα μεγαλώσει τόσο πολύ, ώστε αυτός ο λαός στη μεγάλη του πλειοψηφία δε νιώθει να εκπροσωπείται στ’ αλήθεια από κανένα κόμμα και κανέναν φύρερ, παρά την τόσο άφθονη προσφορά σε τέτοιους από το πολιτικό σύστημα. Το πολύ που κάνει είναι να επιλέγει εκείνο το κόμμα ή τον «φύρερ ευκαιρίας» τον οποίο ο καθένας θεωρεί το μικρότερο κακό.

Αντίθετα δηλαδή με τη θέση ότι για τη σημερινή, μη ευρωπαϊκή πολιτική κίνηση της χώρας φταίει γενικά η ανατολίτικη εθνική κουλτούρα, και ιδιαίτερα η καθυστερημένη πολιτική κουλτούρα των μαζών, και ότι γι’ αυτό πριν από κάθε πολιτική πρόοδο θα πρέπει να προηγηθεί μια πολιτιστική αλλαγή βάθους χρόνου, εμείς βγάζουμε, με τη βοήθεια και αυτού εδώ του έργου, το συμπέρασμα ότι εκείνο που πάνω απ’ όλα χρειάζεται σήμερα είναι μια πολιτική επανάσταση που θα ρίξει από την εξουσία τη σημερινή άρχουσα τάξη και, κυρίως, θα γκρεμίσει συθέμελα τον σάπιο υπεραντιδραστικό κρατικό μηχανισμό αντικαθιστώντας τον μʼ εκείνον μιας από τα κάτω, λαϊκής, δημοκρατικής εξουσίας. Αυτός είναι αναγκαίος όρος για κάθε πολιτιστική αλλαγή βάθους χρόνου, δηλαδή για να μπορέσει στη συνέχεια όλο το έθνος να απελευθερωθεί από το ιδεολογικό δηλητήριο που χύνει καθημερινά στις φλέβες του ο βυζαντινός κόσμος που ζει εδώ και 180 χρόνια σαν ακατάβλητος βρυκόλακας μέσα του, ιδιαίτερα στα σχολεία και στα πανεπιστήμιά του, στα υποδουλωμένα στο κράτος ΜΜΕ του, στις κυβερνήσεις και στις «αυτοδιοικήσεις» του και, πάνω απ’ όλα, στους μηχανισμούς της βίας του, δηλαδή στην αστυνομία, στο στρατό και στα δικαστήρια. Θεμελιακή, εννοείται, προϋπόθεση για την ιδεολογική απελευθέρωση του ελληνικού λαού είναι η απαγόρευση κάθε επέμβασης του κέντρου κάθε βυζαντινισμού, της ορθόδοξης Εκκλησίας, στις κρατικές πολιτικές υποθέσεις και, βέβαια, η απαγόρευση και συντριβή του αντισημιτισμού, της μήτρας κάθε κανιβαλικού ρατσισμού, τον οποίο το πλειοψηφικό, υπεραντιδραστικό τμήμα της Εκκλησίας υπό την πολιτική ενθάρρυνση των ρωσόφιλων εγκληματικά αναβίωσε και μεθοδικά ενσταλάζει στους πιστούς, ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες.

Πιστεύουμε ότι πρώτος εχθρός μια τέτοιας επανάστασης θα είναι οι ρωσόφιλες δυνάμεις, που όχι τυχαία είναι σήμερα και οι πιο αντιδιαφωτιστικές-σκοταδιστικές, οι πιο εχθρικές στη σύγχρονη παραγωγή και επιστήμη και, κυρίως, οι πιο αντιδημοκρατικές και ξενόδουλες. Η πιο βασική διαφορά του 1821 με το 2014 είναι ότι τώρα υπάρχει ένας σχετικά πολύ πιο ώριμος λαός και μια πολύ πιο ώριμη χώρα και ότι η νεοτσαρική Ρωσία δε θα μπορεί να κρύβει για πολύ την πολιτική και οικονομική της κυριαρχία, χωρίς να ασκήσει πάνω στη μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού την ανοιχτή δικτατορία της. Γι’ αυτό άλλωστε το σκοπό έχει γιγαντώσει τη ναζιστική Χρ. Αυγή και σπρώχνει προς αυτήν το στρατό, γι’ αυτό έχει κάνει τη μισή αστυνομία φιλοναζιστική γυμνάζοντάς την κατάλληλα για χρόνια πάνω στους μετανάστες, και γι’ αυτό, τέλος, έχει χτίσει μια τραμπούκικη ψευτοαριστερά και μερικές ψευτοαναρχικές δολοφονικές συμμορίες με ωμά αντιλαϊκή νοοτροπία.

Η διαλεκτική δηλαδή της Ιστορίας τα φέρνει έτσι, ώστε μετά από 180 περίπου χρόνια ο ίδιος εχθρός να ξανάρχεται με νέα ορμή στη χώρα για να κλείσει το πρώτο του έγκλημα με ένα ακόμα μεγαλύτερο. Ενώ δηλαδή τότε, σαν τσαρική φεουδαρχία, γέννησε μια ευνουχισμένη αστική τάξη στερώντας της τελικά για πάντα τη δυνατότητα να κάνει τη δημοκρατική της επανάσταση και να βγάλει από το σκοτάδι το λαό, τώρα, σαν ο πιο σύγχρονος πολεμικός κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός και σαν αξεπέραστος μετρ της συνομωσίας και της προβοκάτσιας, επιχειρεί να αδειάσει από ζωή και αξιοπρέπεια ένα ολόκληρο έθνος και να το μετατρέψει σε ζόμπι-εργαλείο του μέσα στην Ενωμένη Ευρώπη και ενάντιά της.

Αυτή τη στιγμή ο ελληνικός λαός, όπως άλλωστε και το ʼ21, δε βλέπει αυτή τη δύναμη σαν εχθρό του. Τη βλέπει μάλιστα σαν φίλο, ενώ σαν εχθρό του σπρώχνεται από σύσσωμο το πολιτικό καθεστώς να βλέπει το κεντρικό υποψήφιο θύμα αυτής της δύναμης, την Ενωμένη Ευρώπη. Αυτή η τελευταία σαν σύνολο είναι μια εθελοντική, και γι’ αυτό δημοκρατική, ένωση κρατών. Έτσι, παρά την αθλιότητα και το μικρομεσαίο ιμπεριαλισμό των επιμέρους μονοπωλιακών αρχουσών τάξεων αυτών των κρατών, είναι από τη φύση της αντίθετη σε κάθε μεγαλοκρατισμό και φασισμό, πράγμα που αποδεικνύεται από το ότι κάθε ευρωπαίος φασίστας είναι αντίθετος με αυτήν την Ένωση. Όμως ο ελληνικός λαός, χάρη κυρίως στην υστερική προπαγάνδα των ρωσόφιλων, αλλά και χάρη στα βαριά λάθη των ίδιων των μονοπωλιστών ηγετών της, πιστεύει ότι η ΕΕ τον πεινάει και τον καταστρέφει επίτηδες για να τον αγοράσει φτηνά και δε βλέπει, προς το παρόν, ότι τον πεινάνε και τον καταστρέφουν σαν κατεδαφιστές της παραγωγής οι άνθρωποι της Ρωσίας και ότι κυρίως αυτή η τελευταία, μαζί με τους κινέζους συμμάχους της, αγοράζει τη χώρα φτηνά: ενέργεια, τράπεζες, τουριστική γη, λιμάνια, βιομηχανίες επεξεργασίας αγροτικών-κτηνοτροφικών προϊόντων κτλ.

Δεν έχουμε καμιά αμφιβολία ότι, όταν συναισθανθεί αυτήν την απάτη, η μεγάλη πλειοψηφία του κατατσακισμένου λαού μας θα αντιδράσει με ανάλογο θυμό. Τότε σε κάθε περίπτωση θα αρχίσει μια αληθινή νέα εθνική αντίσταση και τότε θα είναι η ώρα της βαθύτερης νεοελληνικής αυτοσυνείδησης, που θα κάνει την Ελλάδα όχι φτωχό και συμπλεγματικό συγγενή του δυτικού δημοκρατικού και του παγκόσμιου σοσιαλιστικού διαφωτισμού, αλλά μέρος της πιο ορμητικής πρωτοπορίας του. Ήδη οι πιο διορατικοί δημοκράτες και επαναστάτες στη χώρα μας μπορούν, ακριβώς λόγω της φύσης της άρχουσας τάξης τους, να δουν πιο μακριά, από πολιτική άποψη, απ’ όσο οι αντίστοιχοί τους στις άλλες χώρες της Ευρώπης. Ακόμα και το γεγονός ότι μόνο της Ελλάδας το Κομμουνιστικό Κόμμα ανάμεσα σε όλα τα άλλα στον κόσμο διαλύθηκε από τους νεοτσαρικούς με την πιο ωμή βία, που έφτασε ως την εκτέλεση του ηγέτη του, δίνει στους έλληνες επαναστάτες κομμουνιστές μια παραπάνω δυνατότητα να καταλάβουν τη στρατηγική και τακτική των νεοχιτλερικών του Κρεμλίνου, αλλά και να εμβαθύνουν στον καίρια αρνητικό ρόλο του τσαρισμού, στη νεοελληνική εξέλιξη, ειδικά στο ʼ21, πράγμα το οποίο δεν είχε μπορέσει ακόμη να κάνει το πραγματικό ΚΚΕ. Η Ελλάδα, σαν καθεστωτική οντότητα, είναι τώρα δα στην πρωτοπορία της ευρωπαϊκής αντίδρασης, αλλά ό,τι σ’ αυτήν είναι αντικαθεστωτικό είναι αυτόματα στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής προόδου.

Το ανάλογο αλλά σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό ίσχυσε κάποτε και για τη Ρωσία, όταν ο τσαρισμός ήταν το κέντρο της ευρωπαϊκής αντίδρασης. Τότε η πιο πρωτοπόρα αντίσταση στον τσαρισμό, η ρώσικη, έβγαλε τελικά και την πρώτη μεγάλη προλεταριακή επανάσταση και εξουσία στον κόσμο.

Αυτός είναι στο βάθος και ο λόγος που τώρα έρχεται στη επιφάνεια ο Φαλμεράιερ στα ελληνικά. Δηλαδή δεν έρχεται από μια φιλολογική ανάγκη, αλλά από μια καθαρά πολιτική ανάγκη, όπως δείχνει τούτο εδώ το προσάρτημα. Αυτό το προσάρτημα προέκυψε από την ανάγκη τη δική μας και του μεταφραστή να μεταφέρουμε και να επιβεβαιώσουμε, όσο μας ήταν δυνατό και με όσο πιο διαλεκτικό τρόπο μπορούσαμε, την τεράστια πολιτική σημασία του έργου για τη σύγχρονη εποχή, αλλά και να δώσουμε τη δική μας εκδοχή για κάποια πολύ καίρια για σήμερα πολιτικά σχόλια του συγγραφέα στην καταπληκτική σε οξυδέρκεια εισαγωγή του σʼ αυτόν εδώ τον τόμο. Έχουμε μάλιστα κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι σύντομα και η υπόλοιπη Ευρώπη, ειδικά η Γερμανία, που γέννησε αυτό το σοφό, μα και σʼ ένα βαθμό τον απαρνήθηκε, θα τον ανασύρει για τα καλά από τα ακαδημαϊκά αρχεία της και θα τον φέρει σε γνώση όλων των δημοκρατικών ανθρώπων της και, κατά συνέπεια, όλων των δημοκρατικών ανθρώπων της Ευρώπης. Γιατί, όπως δείχνουν τα γεγονότα, τώρα ήρθε η ώρα αυτό εδώ το έργο να διαφωτίσει όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά και όλη την Ευρώπη για τους κινδύνους που διατρέχει, αν δεν καταλάβει ότι αληθινά ευρωπαϊκό είναι μόνο ό,τι είναι δημοκρατικό και ότι δεν υπάρχει καμιά ανώτερη φυλετική ή πολιτιστική καταγωγή, αληθινή ή ψεύτικη, που μπορεί να επιτρέπει σε κάποιο σημερινό έθνος να καυχιέται, χωρίς την ομόφωνη καταδίκη απ’ όλα τα άλλα, ότι είναι «εξαιρετικό», «ανώτερο», «αναγκαίο πολιτιστικό συστατικό» ή «πολιτιστικό λίκνο» κτλ. κτλ. μιας ολόκληρης ηπείρου. Όπου ακούγονται κάτι τέτοια, πρέπει να ξέρουμε ότι ήδη ακούγονται μπότες αδυσώπητου πολέμου εναντίον του πολιτισμού και του ανθρώπου γενικά.

Πιστεύουμε ότι η ζωντανή απειλή ή, ακόμα περισσότερο, η πραγματικότητα μιας ωμής νεοναζιστικής ή φαιο-«κόκκινου» τύπου κυριαρχίας στην Ελλάδα θα είναι η πρώτη δοκιμασία που θα υποχρεώσει το έθνος και το λαό μας να δουν την ιστορία τους με καινούριο μάτι, δηλαδή να δουν ξανά τη γέννηση του νεοελληνικού κράτους, μετά παραπίσω να δουν το αληθινό Βυζάντιο και, τελικά, να δουν χωρίς ομίχλες και την αρχαία Ελλάδα σαν μια υπέροχη μακρινή χώρα, τόσο υπέροχη, που να ανήκει σε όλη την ανθρωπότητα. Έτσι θα μπορούν να τη φχαριστηθούν κι αυτήν στ’ αλήθεια, που σημαίνει χωρίς καταναγκασμό και χωρίς κόμπλεξ, οπότε θα τη δουν όπως πραγματικά ήταν, δηλαδή ό,τι το πιο υπέροχο σε έναν κόσμο που ήταν όμως δουλοκτητικός, δηλαδή βρισκόταν στην αυγή του πολιτισμού. Από την άλλη, όπως είπαμε και προηγούμενα, μόνο αντιμετωπίζοντας τον οργανωτή των χειρότερων εσωτερικών αδυναμιών μας σαν εξωτερικό εχθρό, και μάλιστα σαν καταστροφική και ίσως σαν κατοχική δύναμη, θα μπορούμε να πολεμήσουμε αυτές τις αδυναμίες. Έτσι, ψύχραιμα και με αλλεπάλληλους επαναστατικούς αγώνες -που είναι αγώνες κύρια ταξικοί, γιατί οι χειρότερες αδυναμίες επιβιώνουν καλύτερα και κακοφορμίζουν στις πιο εκμεταλλευτικές τάξεις- θα μπορέσουμε να τις νικήσουμε. Τότε θα καταλάβουμε και θα εκτιμήσουμε την αξία αυτού του βιβλίου και το μεγαλείο του μαχητή της αλήθειας κόντρα στο ρεύμα, του Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράιερ, πραγματικά ανιδιοτελούς και γι’ αυτό αιώνιου φίλου του ελληνικού λαού.

Πάρθηκε από http://oakke.gr/afises/2013-02-16-20-46-50/item/393


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ουσία και αντικείμενο της μαρξιστικής φιλοσοφίας

 του Παναγιώτη Γαβάνα Ένα από τα βασικά ζητήματα που είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί στην αρχή αυτής της σειράς άρθρων που παρουσιάζουμε ανα...