Κυριακή 12 Αυγούστου 2018

Η ελπιδοφόρα εμφάνιση του ελληνικού συνειδητού προλεταριάτου και η ήττα του από το ρώσικο νεοτσαρισμό και τους πράκτορές του

[...] Αυτός ο τρόπος διεξαγωγής της εσωτερικής ταξικής πάλης έπαψε να είναι ο καθοριστικός μόνο από την ώρα που στο ιστορικό προσκήνιο της νεοελληνικής πολιτικής εμφανίστηκε η μόνη τάξη που θα μπορούσε να κάνει πραγματικά εθνική πολιτική, εφόσον θα αποκτούσε συνείδηση του εαυτού της, δηλαδή εφόσον θα σχημάτιζε το πολιτικό της κόμμα. Αυτή η τάξη, επειδή ήταν διεθνιστική και αποκαθήλωσε την επεκτατική και εξαρτησιακή πλατφόρμα του βυζαντινισμού και θεωρητικά και πρακτικά, μπόρεσε να είναι και πραγματικά πατριωτική. Έτσι, αφού μπόρεσε και κατήγγειλε την πιο αρρωστημένη ως τώρα έκφραση της Μεγάλης Ιδέας, τον επιθετικό πόλεμο ενάντια στην ύπαρξη του τουρκικού έθνους το 1920, μπόρεσε και αρνήθηκε την ιμπεριαλιστική αγγλογαλλική κηδεμονία στην Ελλάδα που υποδαύλισε αυτόν τον πόλεμο, όπως μπόρεσε και αναγνώρισε ότι το νεοελληνικό έθνος έχει τις ρίζες του στο βυζαντινό Μεσαίωνα και όχι στην αρχαία Ελλάδα.

Αυτή η πολλαπλή, ιστορικού χαρακτήρα για το μέλλον αυτού του τόπου, ρήξη έγινε δυνατή επειδή λίγο πριν είχε ανατραπεί η μεγάλη νεοελληνική κατάρα, ο τσαρισμός, από το ρώσικο λενινιστικό προλεταριάτο, δηλαδή από τον πιο συνεπή δυτικό-διαφωτιστικό στην κουλτούρα του πολιτικοκοινωνικό παράγοντα της τότε παγκόσμιας πολιτικής. Με τις πλάτες αυτού του παράγοντα γινόταν δυνατή η νίκη και η σταθεροποίηση της τουρκικής εθνικής αστικής επανάστασης ενάντια στους αγγλογάλλους ιμπεριαλιστές και στα επιθετικά ελληνικά τσιράκια τους.

Δεν είναι, κατά τη γνώμη μας, καθόλου τυχαίο το ότι η ήττα της μεγαλοϊδεάτικης επεκτατικής πλατφόρμας το 1922 έφερε και τη μεγαλύτερη ακμή του ελληνικού καπιταλισμού, εκείνη του Μεσοπολέμου, όπου είχαμε τη γέννηση μιας αστικής τάξης της βαριάς βιομηχανίας και ταυτόχρονα τη δημιουργία μιας δημοκρατικής και με πλατιά διεθνή οπτική αστικής διανόησης. Αλλά, όπως έγινε και σε άλλες χώρες, αυτός ο σχετικά πιο προοδευτικός ελληνικός αστισμός πανικοβλήθηκε μπροστά στον υπαρκτό ταξικό κίνδυνο που αντιπροσώπευε και γι’ αυτόν το προλεταριάτο που πρόκυψε από την ίδια αυτή διαδικασία εκβιομηχάνισης της χώρας, αλλά και από το ριζοσπαστισμό της προσφυγικής του φύσης. Έτσι το μεγαλύτερο κομμάτι αυτής της αστικής τάξης πέρασε στον ανοιχτό αντικομμουνισμό και συνεργάστηκε με τους χειρότερους μεγαλοϊδεάτες σοβινιστές και όλη τη νεοβυζαντινή χολέρα, είτε την πιο αντιδραστική αρχαιοελληνοπρεπή παλατιανή, είτε τη λαϊκοφανή ρεαλιστική-δημοτικιστική, αλλά πιο επεκτατική, του βενιζελισμού.

Έτσι έμεινε η νέα επαναστατική τάξη, η εργατική, να είναι πρακτικά η μόνη που θα μπορούσε να αποτελέσει μια «απόλυτα εθνική εξουσία που θα μπορούσε να αποκαθάρει αυτήν την ex abrupto ξεχαρβαλωμένη Ελλάδα», σύμφωνα με τα λόγια του Φαλμεράιερ. Βέβαια, από την εξέλιξη των πραγμάτων αυτή η εξουσία δε θα μπορούσε πια να είναι «ούτε αυστηρά χριστιανική», ούτε θα μπορούσε να υιοθετήσει την «ίδια μορφή διακυβέρνησης των ευρωπαϊκών εθνών», όπως έγραφε ο Φαλμεράιερ στην ίδια παράγραφο, δε θα μπορούσε δηλαδή να είναι αστική δημοκρατική. Θα ήταν εξουσία μιας άλλης κοινωνικής τάξης, που θα ήταν άθεη στο θρήσκευμα και λαϊκοδημοκρατική στο πολίτευμα. Σαν άθεη φιλοσοφικά δε θα είχε πνευματική και ψυχική εξάρτηση από τον πυρήνα της νεοελληνικής κρατικής αντίδρασης, την ορθόδοξη Εκκλησία, και σαν λαϊκή θα μπορούσε στα βάθη αυτού του λαού να βρει ό,τι πιο ξένο και ό,τι πιο εχθρικό υπήρχε απέναντι στα βαριά βυζαντινά και μετά στα τσαρικά κουσούρια που κληροδότησαν στο νεαρό έθνος οι πρώτες κυρίαρχες τάξεις του. Αφού η αστικοδημοκρατική επανάσταση στην Ελλάδα δεν έγινε στην ώρα της, αλλά όψιμα, δεν μπορεί πια, όποτε και να γίνει, παρά να είναι δημοκρατική-εθνικοαπελευθερωτική στη μορφή της, αλλά εργατική και σοσιαλιστική στην ουσία της.

Τον συνεπή πατριωτικό της χαρακτήρα αυτή η νέα επαναστατική τάξη και το πολιτικό της κόμμα, το παλιό ΚΚΕ, τον απέδειξαν σύντομα όταν υποστήριξαν αποφασιστικά τον αμυντικό πόλεμο του 1940 ενάντια στους φασίστες ιταλούς εισβολείς, παρόλο που αυτός ο πόλεμος διεξήχθη κάτω από την ηγεσία της αγγλόφιλης, αντικομμουνιστικής αστικής τάξης. Το ότι ο στρατευμένος λαός γενικότερα πολέμησε με μεγάλη αυταπάρνηση σε αυτόν τον αντιφασιστικό πόλεμο αποδεικνύει ότι η συλλογική του κουλτούρα, εκφρασμένη στο πατριωτικό επίπεδο, είχε πια νικήσει για τα καλά στην ατομιστική βυζαντινή κληρονομιά και είχε δημιουργήσει ένα σύγχρονο έθνος. Αξιοποιώντας αυτή τη συνείδηση των μαζών και ανεβάζοντάς την σε ένα ανώτερο και πιο συνειδητό επίπεδο λαϊκής αυτενέργειας το κόμμα της νέας επαναστατικής τάξης οικοδόμησε το πρώτο και πιο μαζικό εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα πάνω στο ελληνικό έδαφος, αυτό του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Την ίδια ώρα στη μεγάλη του πλειοψηφία ο παλιός αστικός κόσμος συνθηκολογούσε ή συνεργαζόταν με τον ναζί καταχτητή, εκτός από ένα μικρό μέρος του, που ουσιαστικά ακολούθησε τον προστάτη του, την Αγγλία, στο δικό της μεσανατολικό μέτωπο του παγκόσμιου αντιφασιστικού πολέμου.

Μετά το τέλος του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα σύσσωμος σχεδόν ο παλιός πολιτικός κόσμος εκστράτευσε, με την στήριξη των άγγλων ιμπεριαλιστών, για τη συντριβή αυτής της μεγάλης αυτής λαϊκής εθνικής δύναμης, εκμεταλλευόμενος λάθη στην πολιτική του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, λάθη που είχαν σαν βαθύτερη αιτία τους την ιδεολογική επιρροή της άρχουσας τάξης μέσα του και μέσα στο νεαρό ακόμη ΚΚΕ. Τυπικός εκφραστής, στο βάθος, αυτής της ιδεολογίας ήταν ο Ά. Βελουχιώτης, τον οποίο το ΚΚΕ, κάτω από την καθοδήγηση του Ν. Ζαχαριάδη, αποκήρυξε ανοιχτά για διασπαστική και διαλυτική δράση σε βάρος του κόμματος και του μετώπου. Το ΚΚΕ, αφού έκανε ό,τι μπορούσε για να αποφύγει έναν εμφύλιο, υπερασπίστηκε τον εαυτό του, την πολιτική δημοκρατία και την εθνική ανεξαρτησία από τους μοναρχοφασίστες οργανώνοντας έναν ιδεολογικά προλεταριακό στρατό, τον ΔΣΕ, που όμοιό του σε επίπεδο δημοκρατικής συνειδητότητας, στρατιωτικού μαχητικού σθένους και προσωπικής αυτοθυσίας δεν είχε ξαναδεί ποτέ το νεοελληνικό έθνος. Για τις ανάγκες της επιβολής της πάνω σʼ αυτόν τον εχθρό η ελληνική άρχουσα τάξη μπήκε από τότε κάτω από την προστασία της μεγαλύτερης ιμπεριαλιστικής δύναμης της εποχής και μεταπολεμικού κέντρου της παγκόσμιας αντίδρασης, των ΗΠΑ.

Η στρατιωτική ήττα του ΔΣΕ στον δεύτερο αυτό επαναστατικό πόλεμο δεν ήταν πολιτική, αλλά οφειλόταν κυρίως στον πολύ αρνητικό γιʼ αυτόν στρατιωτικό συσχετισμό δύναμης. Έτσι, ενώ η νικήτρια αστική τάξη απέναντι σʼ έναν τέτοιου βεληνεκούς και ηθικής ακτινοβολίας νικημένο αντίπαλο βυθιζόταν μέσα σε μια αξεπέραστη ηθική και πολιτική κρίση, το κύρος του κόμματος της εργατικής τάξης μεγάλωνε και άρχισε να συσπειρώνει ξανά γύρω του όλη την αριστερή δημοκρατία και τους πραγματικούς πατριώτες.

Όμως εκείνη τη στιγμή μεσολάβησε ένα κοσμοϊστορικό γεγονός που θα βάραινε από τότε με μοναδικά αρνητικό τρόπο στην εξέλιξη γενικά του κόσμου, αλλά με ιδιαίτερη, τρομακτική βαρύτητα στην εξέλιξη του νεοελληνικού έθνους: Μια συμμορία ψευτομαρξιστών με επικεφαλής τους Σουσλόφ, Χρουστσόφ και Μπρέζνιεφ, εκπροσωπώντας μια νέου τύπου μεγαλορώσικη αστική τάξη βγαλμένη μέσα από το Κομμουνιστικό Κόμμα, σύρθηκε ύπουλα και συνωμοτικά ως την ηγεσία του ΚΚΣΕ (Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης) και κατάφερε στα μέσα της δεκαετίας του ’50 να καταλάβει την εξουσία. Σταδιακά αυτή η νέου τύπου αστική τάξη πέτυχε να μετατρέψει το σοβιετικό κράτος στο αντίθετό του: σε ένα κρατικομονοπωλιακό κράτος χιτλερικού τύπου υπό ρώσικη ηγεμονία, αλλά αρχικά με μορφή σοσιαλιστική. Δηλαδή πέτυχε από τα μέσα αυτό που δεν πέτυχε απέξω η εισβολή στην ΕΣΣΔ μια σειράς ιμπεριαλιστικών στρατών, στα 1918, και μετά η εισβολή του πιο γιγαντιαίου και πειθαρχημένου ιμπεριαλιστικού στρατού της ιστορίας, η χιτλερική στρατιωτική μηχανή, στα 1941.

Αυτή η από τα μέσα άλωση της πρώτης εργατικής κρατικής εξουσίας στην ιστορία έκανε το ρώσικο σοσιαλ-ιμπεριαλισμό (σοσιαλισμό στα λόγια, ιμπεριαλισμό στην πράξη) να είναι το πολιτικά ανώτερο απόσταγμα του ιμπεριαλισμού και ταυτόχρονα η χειρότερη αναβίωση των πιο βάρβαρων και πιο επιθετικών στοιχείων του τσαρισμού, αυτή τη φορά με νεοχιτλερικό πολεμικό πρόγραμμα για την κατάχτηση της παγκόσμιας ηγεμονίας. Αυτός ο νέου τύπου ιμπεριαλισμός πήρε από τη μαρξιστική πείρα των δημιουργών του την ικανότητα να ντύνεται σαν λαϊκός-επαναστατικός, από τον τσαρισμό την ικανότητα να διεισδύει σε όλες τις καγκελαρίες του κόσμου, από τον τροτσκισμό την ικανότητα να διειδύει στα εργατικά και μετά σε όλα τα άλλα κόμματα και, κυρίως, πήρε από το χιτλερισμό την τακτική του καθησυχασμού και της περικύκλωσης των εχθρών του, πριν εξαπολύσει εναντίον τους έναν ολοκληρωτικό και αιφνιδιαστικό ρατσιστικό πόλεμο για την παγκόσμια κυριαρχία.

Η μεγαλορώσικη αστική τάξη νέου τύπου αξιοποίησε τη διεθνή ακτινοβολία της ΕΣΣΔ στα κομμουνιστικά κόμματα, για να επέμβει σ’ αυτά και πολλά από αυτά, ιδιαίτερα το ελληνικό, να τα μετατρέψει σταδιακά από διεθνιστικά και πατριωτικά στο αντίθετό τους, δηλαδή σε κόμματα μιας νέου τύπου κομπραδόρικης γραφειοκρατικής αστικής τάξης και τελικά σε όργανα της μεγαλορώσικης ιμπεριαλιστικής πολιτικής.

Πριν καν ολοκληρωθεί αυτή η αλλαγή στο ΚΚΣΕ, το πρώτο κόμμα στον κόσμο που δέχτηκε την επίθεση των μεγαλορώσων συνωμοτών, και μάλιστα με πρωτοφανή βία, ήταν στα 1955-1956 το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας. Οι νεοτσαρικοί κατάφεραν να διαλύσουν αυτό το κόμμα, να δημιουργήσουν ένα άλλο με το ίδιο όνομα και με εγκάθετή τους ηγεσία και, με τη πολιτική βοήθεια αυτής της ηγεσίας αλλά και συνολικά της ελληνικής αστικής τάξης, να δολοφονήσουν λίγο πριν από την εξέγερση του Πολυτεχνείου τον σπουδαίο κομμουνιστή και μεγαλύτερο νεοέλληνα πολιτικό ηγέτη Ν. Ζαχαριάδη.

Η μεγάλη εξέγερση του Πολυτεχνείου ήταν το τελευταίο και πιο πλατύ από κάθε άλλο δημοκρατικό, λαϊκό και μάλιστα δυτικό και φιλομαρξιστικό στην πλειοψηφική του κουλτούρα κίνημα ενάντια στο νεοβυζαντινό καθεστώς της Ελλάδας των «Ελλήνων Χριστιανών». Το ότι το κίνημα αυτό ήταν γενικά αυθόρμητο έδειχνε ότι η ανάγκη για συνεπή δημοκρατισμό και πραγματική εθνική ανεξαρτησία ήταν πια ριζωμένη στην Ελλάδα. Όπως ήταν φυσικό, ο παλιός πολιτικός κόσμος στο μεγάλο του όγκο ήταν έξω από αυτό το κίνημα, είτε επειδή ήταν στο βάθος με τη χούντα, είτε, κυρίως, επειδή απεχθανόταν, όπως πάντα, ό,τι ήταν πραγματικά λαϊκό και εθνικά ανεξάρτητο. Το αδύνατο σημείο αυτού του κινήματος ήταν το ότι ήταν ακέφαλο, αν και στον πιο δραστήριο πυρήνα του υπήρχαν νεολαιίστικες αριστερές οργανώσεις που πάλευαν να δεθούν με τις πολιτικές παραδόσεις του πραγματικού ΚΚΕ και ήταν κάτω από την ιδεολογική επιρροή του μαοϊσμού και του ακόμα επαναστατικού ΚΚ της Κίνας. Το ψευτοΚΚΕ ήταν λυσσαλέα αντίθετο στην εξέγερση και πάλεψε να τη ματαιώσει στα σπάργανά της από τα μέσα. Όταν αυτή φούντωσε, μπήκε μέσα της μόνο και μόνο για να την ποδηγετήσει, πράγμα που κατάφερε σʼ ένα βαθμό. Μετά την πτώση της χούντας, που οφειλόταν κυρίως στην πανωλεθρία της στο Κυπριακό, το πολιτικά άπειρο κίνημα του Πολυτεχνείου καταφαγώθηκε με δολιότητα, αλλά δέχτηκε και συστηματική βία από τα έμπειρα στελέχη του ψευτοΚΚΕ, που με λύσσα χτύπησαν το κίνημα της αποχουντοποίησης. Το ψευτοΚΚΕ κινήθηκε επίσης σε συνεργασία με το σύνολο της κλασικής ελληνικής αστικής τάξης, ιδιαίτερα αμέσως μετά την πτώση της χούντας, για να συντρίψει το νέο βιομηχανικό εργατικό κίνημα, και κυρίως τα εργοστασιακά σωματεία. Έτσι έγινε δυνατή η άνοδος στην εξουσία ενός νέου ρωσόφιλου μπλοκ εξουσίας με άξονα την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και το ψευτοΚΚΕ.

Πάρθηκε από http://oakke.gr/ideology/item/393-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%B2%CE%B1%CE%B6%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%83-%CF%84%CE%BF%CE%BD-%CF%86%CE%B1%CE%BB%CE%BC%CE%B5%CF%81%CE%B1%CF%8A%CE%B5%CF%81-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B5%CF%80%CE%BF%CF%87%CE%B7-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%BD%CE%B5%CF%89%CE%BD-%CF%84%CF%83%CE%B1%CF%81%CF%89%CE%BD

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ουσία και αντικείμενο της μαρξιστικής φιλοσοφίας

 του Παναγιώτη Γαβάνα Ένα από τα βασικά ζητήματα που είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί στην αρχή αυτής της σειράς άρθρων που παρουσιάζουμε ανα...