Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2017

Η ακεραιότητα και η μονολιθικότητα του μαρξιστικού φιλοσοφικού υλισμού

Τα βασικά χαρακτηριστικά του μαρξιστικού φιλοσοφικού υλισμού διατυπώθηκαν από τον Μαρξ και τον Ένγκελς.Στο έργο του ο Β.Ι. Λένιν επεξεργάστηκε παρά πέρα τα βασικά αυτά χαρακτηριστικά.Στο έργο του Ι. Β. Στάλιν ''Για το διαλεκτικό και ιστορικό υλισμό'' δίνεται η ανάπτυξη και η συστηματική έκθεση των βασικών χαρακτηριστικών του μαρξιστικού φιλοσοφικού υλισμού.

Το πρώτο χαρακτηριστικό του μαρξιστικού φιλοσοφικού υλισμού μιλά για την υλικότητα του κόσμου και απορρίπτει την ιδεαλιστική, θρησκευτική αντίληψη για ύπαρξη εντεύθεν και επέκεινα κόσμου.Η ενότητα του κόσμου συνίσταται στην υλικότητά του, δηλαδή στο ότι όλες οι ποικιλίες του υπαρκτού αποτελούν διαφορετικές μορφές κίνησης της ύλης.Τα αντικείμενα, τα φαινόμενα είναι από τη φύση τους υλικά, καθώς και οι νομοτέλειες που διέπουν την κίνηση, την αλλαγή, την εξέλιξη γιατί οι νομοτέλειες αυτές δεν αποτελούν κάποια υπερφυσικά θεσπίσματα, αλλά ορισμένες μορφές αλληλουχίας, αλληλοκαθορισμού των φαινομένων.

Αν το πρώτο χαρακτηριστικό του μαρξιστικού φιλοσοφικού υλισμού απαντά στο ερώτημα : τι είναι ο κόσμος, το δεύτερο χαρακτηριστικό απαντά στο ερώτημα : σε ποια σχέση βρίσκονται μεταξύ τους τα υλικά και τα πνευματικά φαινόμενα.Η ύλη είναι το πρωτεύον, η συνείδηση το δευτερεύον, δηλαδή η συνείδηση αποτελεί προϊόν μακρόχρονης εξέλιξης της ύλης ' η συνείδηση είναι αναπόσπαστη από την ύλη όντας λειτουργία της σε υψηλό βαθμό οργανωμένης ύλης,αντανάκλαση της αντικειμενικής πραγματικότητας.

Ο μαρξιστικός φιλοσοφικός υλισμός δίνει απάντηση στη δεύτερη πλευρά του βασικού ζητήματος της φιλοσοφίας, αποκαλύπτοντας τη γνωσιολογική σχέση της συνείδησης προς την αντικειμενική πραγματικότητα, αποδείχνοντας τη γνωσιμότητα του κόσμου και των νομοτελειών του και δείχνοντας το δρόμο της επιστημονικής γνώσης.Η μαρξιστική φιλοσοφία αποδεικνύει ότι τα δεδομένα της αισθησιακής αντίληψης είναι πηγή γνώσης του εξωτερικού κόσμου, πηγή απ' όπου ξεκινά η αφηρημένη νόηση.Οι θέσεις αυτές ξεκαθαρίζονται στο τρίτο χαρακτηριστικό του μαρξιστικού φιλοσοφικού υλισμού.


Απόσπασμα από το βιβλίο ''Διαλεκτικός Υλισμός'', Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ, σελ. 298-299 

Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2017

Θρησκεία και εκκλησία : η υλιστική - μαρξιστική εξήγηση και κριτική τους και η αντιθρησκευτική πάλη

Η θρησκεία, όπως και οι άλλες μορφές της κοινωνικής συνείδησης, γεννήθηκε κάτω από ορισμένους όρους της κοινωνικής ζωής των ανθρώπων. Παρά τους ισχυρισμούς των θεολόγων και των ιδεαλιστών, έχει αποδειχθεί από καιρό ότι η ιδέα του θεού δεν είναι έμφυτη ιδέα και ότι γενικά δεν υπάρχουν κανενός είδους έμφυτες ιδέες, ούτε θρησκευτικές, ούτε ηθικές, ούτε φιλοσοφικές, ούτε άλλες.

Όπως αποδείχνουν οι ιστορικές έρευνες, η θρησκεία δεν είναι αιώνια. Στα πρώτα στάδια ανάπτυξης της πρωτόγονης κοινωνίας δεν υπήρχε θρησκεία. Οι αντιλήψεις των πρωτόγονων ανθρώπων δεν είχαν βγει ακόμα από τα όρια της άμεσης αντανάκλασης των σχέσεών τους με τη φύση και με τα μέλη της πρωτόγονης κοινωνίας. Οι εξαιρετικά σκληρές συνθήκες ζωής, η αδυναμία στον αγώνα με τη φύση, ο φόβος μπροστά στις αυθόρμητες και τρομερές δυνάμεις, από τις οποίες εξαρτιόταν η ζωή των ανθρώπων, το σκοτάδι, η άγνοια των πραγματικών αιτιών των φυσικών φαινομένων γέννησαν τη θρησκεία, τις φανταστικές αντιλήψεις για υπερφυσικά όντα, που διευθύνουν τις τύχες των ανθρώπων, την πίστη στους θεούς και την υποταγή σ'αυτούς.

Με την εμφάνιση της ταξικής κοινωνίας και των αντιφάσεών της προς τις δυνάμεις της φύσης, που κυριαρχούσαν πάνω στους ανθρώπους, ενώθηκαν οι όχι λιγότερο τρομερές κοινωνικές δυνάμεις, που προξένησαν στους ανθρώπους ακόμα περισσότερα δεινά από τις πλημμύρες, τους σεισμούς, τις επιδημίες κλπ. Αυτές οι κοινωνικές δυνάμεις ήταν για τους ανθρώπους τόσο μυστικές και αινιγματικές, όπως και οι αυθόρμητες δυνάμεις της φύσης που κυριαρχούσαν πάνω σ' αυτούς.
Στην ταξική κοινωνία βασικές ρίζες της θρησκείας έγιναν οι σχέσεις της εκμετάλλευσης και του κοινωνικού ζυγού. Οι κυρίαρχες εκμεταλλευτικές τάξεις χρησιμοποιούν τη θρησκεία, την εκκλησία σαν πνευματικό όπλο εδραίωσης του ταξικού ζυγού, της εκμετάλλευσης. ''Δούλοι, υπακούετε στους κυρίους σας'', αυτή η θρησκευτική εντολή στο όνομα του θεού εμπνέει στους καταπιεζόμενους υποταγή και ταπεινότητα απέναντι στους καταπιεστές.


Η ιστορία της θρησκείας δείχνει ότι οι αντιλήψεις των ανθρώπων για τους θεούς στα διάφορα στάδια της κοινωνικής ανάπτυξης, ήταν διαφορετικές. Στην κοινότητα του γένους υπήρχε μια μορφή θρησκείας, ο τοτεμισμός, δηλαδή η πίστη των ανθρώπων ότι συγγενεύουν με ορισμένα ζώα ή φυτά και η λατρεία αυτών των ζώων ή φυτών. Αυτή η αρχική μορφή θρησκείας, εξέφραζε φανταστικά τις σχέσεις των ανθρώπων προς αυτά τα ζώα ή φυτά, που έπαιζαν ουσιαστικό ρόλο στη ζωή και στη δράση της κοινότητας του γένους. Τις σχέσεις συγγένειας αίματος μέσα στο γένος, ο πρωτόγονος άνθρωπος τις μετέφερε και στη γύρω φύση, στα ζώα και τα φυτά.

Στα μεταγενέστερα στάδια του καθεστώτος των γενών, κατά την περίοδο της αποσύνθεσης τους και της διαμόρφωσης των τάξεων, εμφανίστηκε η λατρεία των θεών των φυλών, σαν φανταστική αντανάκλαση των νέων συνθηκών του κοινωνικού Είναι. Οι θεοί των φυλών δεν ήταν ούτε μοναδικοί, ούτε παντοδύναμοι, η λατρεία τους περιοριζόταν στα πλαίσια της δοσμένης φυλής. Οι ομηρικοί θεοί, που κατοικούσαν στον Όλυμπο, σαν απλοί θνητοί διασκεδάζουν, τσακώνονται, ερωτεύονται, πολεμούν, εξυφαίνουν ραδιουργίες ο ένας κατά του άλλου, υπερηφανεύονται για τις νίκες τους κλπ. Είναι δυνατοί, όχι όμως παντοδύναμοι και από τους ανθρώπους διαφέρουν μόνο γιατί είναι αθάνατοι.

Στην πορεία της διαμόρφωσης των ενώσεων των φυλών και των πρώτων κρατών, από τους θεούς των φυλών ξεχωρίζει η ανώτερη θεότητα και οι άλλες θεότητες υποτάσσονται σ' αυτήν. Ανάλογα με την κοινωνική ιεραρχία δημιουργείται και η ιεραρχία των θεών, η διαίρεση τους σε περισσότερο ισχυρούς και λιγότερο ισχυρούς.

Στις μεγάλες ανατολικές δεσποτικές μοναρχίες αντί για τους πολλούς θεούς δημιουργείται η λατρεία του ενός θεού, στον οποίο μεταφέρονται όλα τα προσόντα των άλλων θεών. Ο θεός ανακηρύσσεται ένας και παντοδύναμος. Σύμφωνα με τα λόγια του Ένγκελς, ο μοναδικός θεός ποτέ δε δημιουργήθηκε χωρίς μοναδικό βασιλιά...ο μοναδικός θεός που ελέγχει τα πολυάριθμα φαινόμενα της φύσης, που συνενώνει τις αντιτιθέμενες δυνάμεις της φύσης, είναι μόνο αντίγραφο του μοναδικού ανατολικού απόλυτου μονάρχη, που φαινομενικά ή πραγματικά συνενώνει τα συγκρουόμενα συμφέροντα των ανθρώπων.

Ωστόσο και στις μονοθεϊστικές θρησκείες [μονοθεϊσμός-ένας θεός] διατηρούνται, κατά κανόνα, τα γνωρίσματα του πολυθεϊσμού [πολλοί θεοί]. Στην χριστιανική θρησκεία, που εμφανίστηκε τον πρώτο αιώνα μ.Χ, στην εποχή της παρακμής της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ο ενιαίος θεός παριστάνεται με τρία πρόσωπα. Πλάι σ' αυτούς λατρεύεται η θεά μητέρα, οι άγγελοι, οι απόστολοι, οι άγιοι κλπ. Η μυθική μορφή του κύριου χριστιανικού θεού, του Χριστού, από τότε που εμφανίστηκε ο χριστιανισμός, υπέστη εξαιρετικά σοβαρές αλλαγές. Οι διάφορες κοινωνικές τάξεις και ομάδες μετέφεραν σ' αυτή τη μορφή, τις αντιλήψεις τους για τη θεότητα. Σύμφωνα με τα λόγια του Κάλτχοφ, ''η μορφή του Χριστού παρουσιάζει πότε τα γνωρίσματα του Έλληνα στοχαστή, πότε του Ρωμαίου καίσαρα, αργότερα παίρνει τα γνωρίσματα του φεουδάρχη άρχοντα, του τεχνίτη μάστορα, του βασανισμένου δουλοπάροικου αγρότη και του ελεύθερου αστού''.

Η θρησκεία εξακολουθεί να υπάρχει και στην καπιταλιστική κοινωνία με την υψηλά ανεπτυγμένη τεχνική της, γιατί η καπιταλιστική κοινωνία δεν εξαφανίζει, αλλά ενισχύει τις κοινωνικές αιτίες ύπαρξης της θρησκείας. Ο Λένιν έγραφε για τις κοινωνικές ρίζες της θρησκείας, στην καπιταλιστική κοινωνία : '' Η κοινωνική καταπίεση των εργαζομένων μαζών, που εμφανίζεται σαν πλήρης αδυναμία τους μπροστά στις τυφλές δυνάμεις του καπιταλισμού, που προκαλεί κάθε μέρα και κάθε ώρα χίλιες φορές περισσότερο πιο σκληρά δεινά πιο άγρια βασανιστήρια στους απλούς εργαζόμενους ανθρώπους, από εκείνα που προκαλούν οι πόλεμοι,οι σεισμοί κλπ, να πού βρίσκεται η πιο βαθιά σύγχρονη ρίζα της θρησκείας.''.

Η θρησκεία χρησιμοποιείται από τις εκμεταλλευτικές τάξεις σαν μέσο πνευματικής υποδούλωσης των μαζών. Η θρησκεία παρηγορεί τους καταπιεζόμενους, τους συμφιλιώνει με την κυριαρχία των εκμεταλλευτών, τους εμπνέει την ταπεινοφροσύνη, την υπακοή και την υποταγή στους κυρίους τους, την περιφρόνηση στα επίγεια αγαθά, για χάρη της ''αιώνιας ευτυχίας'' στους ουρανούς.
Κηρύσσοντας στις μάζες την απάρνηση των επίγειων αγαθών, η θρησκεία απαιτεί από τους κυρίους μόνο φτηνή φιλανθρωπία, που κατά την έκφραση ενός παλιού σοσιαλιστή ''με το κουταλάκι επιστρέφει στα ξεχωριστά άτομα, εκείνο που κερδίζει από τις μάζες με ολόκληρα φτυάρια''.

Η θρησκεία και η εκκλησία δεν επιτρέπουν την ελεύθερη σκέψη. Απαιτούν την απόλυτη υπακοή.
Το πρώτο αμάρτημα, κατά το βιβλικό μύθο, ήταν το ότι ο άνθρωπος έφαγε καρπούς από το απαγορευμένο δέντρο της γνώσης, δηλαδή άρχισε να σκέπτεται. Έτσι παραβίασε τη θέληση του θεού.
Ερμηνευτές της θείας θέλησης είναι οι ιερείς, οι άγιοι, οι υπηρέτες της εκκλησίας. Υποταγή λοιπόν στη θέληση του θεού είναι υποταγή στην εκκλησία, την οποία πάντα οι κυρίαρχες τάξεις έβλεπαν σαν μέσο υπεράσπισης των ταξικών τους συμφερόντων. Όταν όμως άρχιζαν οι καταπιεζόμενες μάζες να ερμηνεύουν όπως αυτές νόμιζαν, τη ''θέληση του θεού'', μπάζοντας σ' αυτές τις αντιλήψεις τους, η κυρίαρχη εκκλησία καταδίωκε θηριώδικα αυτές τις ερμηνείες σαν αιρέσεις. Το μεσαίωνα η καθολική εκκλησία ίδρυσε μυστικό δικαστήριο [την ιερά εξέταση] για τον αγώνα κατά των ''αμαρτωλών'' και έριξε στην πυρά πολλές χιλιάδες ανθρώπους, καθώς και πολλούς εξέχοντες στοχαστές και τα έργα τους.

Η επιστήμη και η θρησκεία είναι ανειρήνευτες. Η θρησκεία και η εκκλησία ήταν και εξακολουθούν να είναι εχθροί της επιστημονικής γνώσης, πράγμα όμως που δεν εμποδίζει ωστόσο το Βατικανό και τις άλλες θρησκευτικές οργανώσεις, να εκμεταλλεύονται την επιστήμη, να κάνουν ψεύτικες προσπάθειες για να ''συμφιλιώσουν'' τις ανακαλύψεις της με τα θρησκευτικά δόγματα.

Η θρησκεία ευλόγησε τη δουλεία και τη δουλοπαροικία, αναθεμάτησε, καταράστηκε εκείνους που προσπαθούσαν να εξαλείψουν τον κοινωνικό ζυγό. Δικαιώνει και το σύστημα της καπιταλιστικής δουλείας, Το 1931 ο τότε ηγέτης της καθολικής εκκλησίας πάπας Πίος ο 11ος, με εγκύκλιό του κήρυσσε τον καπιταλισμό και τη μισθωτή δουλεία σαν θεσμό που αντιστοιχούσε στη θέληση του θεού. ''Οι εργάτες πρέπει να δέχονται χωρίς κακία τη θέση που τους υποδείχνει η θεία πρόνοια'' ανέφερε αυτή η εγκύκλιος. Το 1949 ο πάπας απομάκρυνε από την εκκλησία όλους εκείνους που συμπαθούσαν τον κομμουνισμό και συνεργάζονταν με τους κομμουνιστές.

Η καθολική εκκλησία είναι μια ισχυρή, με πολλά παρακλάδια θρησκευτική και πολιτική οργάνωση, που κατέχει τεράστια κεφάλαια, κινητή και ακίνητη περιουσία. Το κέντρο της, το Βατικανό, είναι μετοχική εταιρία, σωματείο για την πνευματική υποδούλωση και εκμετάλλευση πολλών λαών. Το Βατικανό στήριξε τα φασιστικά καθεστώτα και υποστηρίζει κάθε αντίδραση, είναι ο εμπνευστής των αντιδραστικών συνωμοσιών. Το Βατικανό δια μέσου των χριστιανικών καθολικών κομμάτων και άλλων οργανώσεων εφαρμόζει την αντιδραστική του πολιτική. Με σκοπό την αύξηση της επιρροής της στους εργάτες κα τον αγώνα κατά του κομμουνισμού, η εκκλησία διατύπωσε την πλαστή ιδέα του λεγόμενου ''χριστιανικού σοσιαλισμού''. Όπως η καθολική εκκλησία, έτσι και όλες οι άλλες θρησκείες και εκκλησίες έπαιζαν και παίζουν το ρόλο του ροπάλου στα χέρια των κυρίαρχων εκμεταλλευτικών τάξεων.

Η πρωτοπόρα φιλοσοφική και επιστημονική σκέψη από πολύ παλιά βρισκόταν σε αγώνα κατά της θρησκείας. Σημαντική συνεισφορά, για την απελευθέρωση της συνείδησης των ανθρώπων από τις θρησκευτικές προκαταλήψεις προσέφεραν οι υλιστές φιλόσοφοι της αρχαιότητας, και ιδιαίτερα ο Δημόκριτος, ο Επίκουρος και ο Λουκρήτιος Κάρος, που ανέτρεψαν το θρησκευτικό μύθο για τη δημιουργία του κόσμου από το θεό, για την επέμβαση των θεών στη ζωή της φύσης και των ανθρώπων, για την αθανασία της ψυχής κλπ. Οι παραδόσεις τους συνεχίστηκαν από τους υλιστές των νέων χρόνων, και ιδιαίτερα από το Σπινόζα και τους Γάλλους υλιστές του 18ου αιώνα. Οι τελευταίοι ήταν αποφασιστικοί μαχητές κατά της θρησκείας και της εκκλησίας και έκαναν πάρα πολλά για την απελευθέρωση των πνευμάτων από την εξουσία των θρησκευτικών προκαταλήψεων. Οι παλιοί όμως υλιστές, στην κριτική τους της θρησκείας, δεν στηρίζονταν ακόμα στην υλιστική ερμηνεία της ιστορίας. Οι παλιοί υλιστές θεωρούσαν σαν πηγή της θρησκείας κυρίως την άγνοια των ανθρώπων και την εξαπάτησή τους από τους υπηρέτες της εκκλησίας. Δεν καταλάβαιναν ότι η θρησκεία έχει βαθιές αντικειμενικές αιτίες, που είναι ριζωμένες στο κοινωνικό Είναι των ανθρώπων, και πίστευαν πως θα κατανικούσαν τη θρησκεία μόνο με τη μόρφωση.

Ο μαρξισμός πήρε τη σημαία του μαχόμενου αθεϊσμού των παλιών υλιστών. Ταυτόχρονα τον αγώνα κατά της θρησκείας τον έμπασε σε επιστημονικά κανάλια. Ο μαρξισμός απέδειξε ότι ο αγώνας κατά της θρησκείας στην ταξική κοινωνία δε μπορεί να αναχθεί μόνο στη μόρφωση. Ο αγώνας κατά της θρησκείας πρέπει πρώτ' απ' όλα να είναι αγώνας κατά των κοινωνικών συνθηκών, που γεννούν τη θρησκεία, κατά των κοινωνικών δυνάμεων, που την υποστηρίζουν για την εδραίωση της κυριαρχίας τους, για την καταπίεση των μαζών.


Μ' όλο που οι συνθήκες της καπιταλιστικής κοινωνίας ευνοούν τη διατήρηση των θρησκευτικών προκαταλήψεων [γιατί διατηρούνται οι κοινωνικές ρίζες της θρησκείας] μ' όλο που η κυρίαρχη τάξη υποστηρίζει και καλλιεργεί αυτές τις προκαταλήψεις, ωστόσο και σήμερα ακόμα στις καπιταλιστικές χώρες έχουν καταφερθεί ισχυρά χτυπήματα κατά της θρησκείας από τον αγώνα της εργατικής τάξης και τις επιτυχίες ανάπτυξης της επιστήμης. Η επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα, που διεξάγουν οι πρωτοπόροι φιλόσοφοι και επιστήμονες, ευνοεί την απαλλαγή της συνείδησης των εργαζομένων από τις θρησκευτικές τους προκαταλήψεις.

Στην ΕΣΣΔ, όπου νίκησε πια ο σοσιαλισμός, όπου δεν υπάρχουν εκμεταλλευτικές τάξεις και φτώχεια των μαζών, οι κοινωνικές ρίζες της θρησκείας ξεριζώθηκαν. Η πλειοψηφία των εργαζομένων απαλλάχτηκε από τις θρησκευτικές προκαταλήψεις. Ακόμα όμως στη συνείδηση πολλών ανθρώπων εξακολουθούν να υπάρχουν αυτές οι προκαταλήψεις. Υπάρχουν σαν ριζωμένες συνήθειες, σαν επιβιώσεις που έμειναν από την παλιά κοινωνία. Εκτός από αυτό και στις συνθήκες του σοσιαλισμού, διατηρείται ακόμα σε κάποιο βαθμό η εξάρτηση των ανθρώπων από τις αυθόρμητες δυνάμεις της φύσης [ξηρασία, κακή συγκομιδή, σεισμοί κλπ]. Η απειλή του πολέμου από την πλευρά των ιμπεριαλιστικών κρατών επιδρά κάπως σε ορισμένο τμήμα του πληθυσμού : με τον πόλεμο συνδέονται τα δεινά, ο πόνος, και ο πόνος πάντα έτρεφε τη θρησκεία.

Στην ΕΣΣΔ υπάρχει πλήρης ελευθερία συνείδησης : ελευθερία άσκησης της θρησκευτικής λατρείας και ελευθερία της επιστημονικής αθεϊστικής προπαγάνδας. Αφού ξεριζώθηκαν οι κοινωνικές ρίζες της θρησκείας, βασική μορφή αγώνα κατά της θρησκείας στο σοσιαλισμό, είναι ο ιδεολογικός αγώνας, δηλαδή η επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα, η διάδοση της επιστημονικής κοσμοθεωρίας και η εξήγηση της ζημιάς που προξενούν οι θρησκευτικές επιβιώσεις. Βέβαια, η επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα πρέπει να συνδέεται στενά με την πρακτική οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας.

Η ανάπτυξη και η εδραίωση του σοσιαλισμού, η άνοδος του υλικού και πολιτιστικού επιπέδου της ζωής των εργαζομένων, η συστηματική και θαρραλέα, χωρίς κανένα τραυματισμό των αισθημάτων των πιστών, η επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα σιγά σιγά, βήμα προς βήμα οδηγεί στο ολοκληρωτικό ξεπέρασμα των θρησκευτικών προκαταλήψεων.



Απόσπασμά από το βιβλίο ''Οι βάσεις της μαρξιστικής φιλοσοφίας'', Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ, σελ. 564-568 





Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2017

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΥΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ

 ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (αρ. φυλ.17, 15-30 Ιούνη 1994, σελ. 2)

‘’Ο μαρξισμός είναι η επιστήμη για τους νόμους ανάπτυξης της φύσης και της κοινωνίας, η επιστήμη για την επανάσταση των καταπιεζομένων και των εκμεταλλευομένων μαζών, η επιστήμη για τη νίκη του σοσιαλισμού σε όλες τις χώρες, η επιστήμη για το χτίσιμο της κομμουνιστική κοινωνίας’’ Ι.Β. Στάλιν

Η επιστημονική έρευνα του σύμπαντος είναι το βασικό χαρακτηριστικό της φιλοσοφίας του υλισμού γενικά και ειδικά του διαλεκτικού υλισμού, ο οποίος μαζί με τον ιστορικό υλισμό αποτελούν τη θεωρητική βάση του μαρξισμού (Λένιν, ‘’Καρλ Μαρξ και η θεωρία του’’)

Η υλιστική φιλοσοφία που θέλει να δώσει επιστημονικές ερμηνείες στα προβλήματα του κόσμου, προοδεύει παράλληλα με τις επιστήμες στην πορεία της ιστορίας. Άρα ο μαρξισμός γεννήθηκε από τις επιστήμες, στηρίζεται σε αυτές και εξελίσσεται με αυτές. Πριν από το Μαρξ και τον Ένγκελς, παρουσιάστηκαν υλιστικές φιλοσοφίες με διάφορες μορφές όπως π.χ. ο γάλλος Ντιντερό που ήταν στοχαστής υλιστής. Υπήρξαν και άλλοι στοχαστές του 18ου αιώνα που παρουσιαζόντουσαν σαν υλιστές, χωρίς να είναι συνεπείς, π.χ. ο Ντεκάρτ, που σε μερικά γραπτά τους ήταν υλιστές και σε άλλα ιδεαλιστές. Η ιστορία όμως γράφτηκε από την αστική τάξη, που άφησε στο σκοτάδι όσα έργα από αυτούς του στοχαστές, όχι μόνο έχουν επηρεάσει τον υλισμό, αλλά και που γέννησαν ολόκληρο ρεύμα αυτής της φιλοσοφίας. Έτσι, λοιπόν, διδασκόμεθα την ιστορία της λογοτεχνίας και της επιστήμης του 18ου αιώνα αγνοώντας το Χόλμπαχ με το έργο του ‘’Σύστημα της φύσης’’ κ.α. και τον Ελβέτιο, ο οποίος έγραψε τα έργα ‘’Το πνεύμα’’, ‘’Ο άνθρωπος’’, κτλ. Γνωρίζουμε ακόμη ότι τα μειονεκτήματα των υλιστών του 18ου αιώνα προέρχονται από τον τρόπο σκέψης, από την ιδιαίτερη μέθοδο έρευνας που ονομάζεται ‘’μεταφυσική μέθοδος’’. Τον 19ο, όμως αιώνα, που οι επιστήμες εξελίχθηκαν σημαντικά, ο Μαρξ και ο Ένγκελς ανέπτυξαν παραπέρα τον παλιό υλισμό σύμφωνα με τις σύγχρονες επιστήμες, τον ξεπέρασαν και μας έδωσαν το σύγχρονο υλισμό, τη βάση του μαρξισμού, που λέγεται διαλεκτικός υλισμός. Ο υλισμός έχει μια ιστορία στενά δεμένη με τις επιστήμες και ο Μαρξισμός είναι η εξέλιξη του προμαρξιστικού υλισμού, εμπλουτισμένος με τις μεγάλες ανακαλύψεις του 19ου αιώνα. ‘’Η εμφάνιση του μαρξισμού ήταν μια πραγματική ανακάλυψη, μια επανάσταση στη φιλοσοφία’’ (Ζντάνοφ).
 Ο μαρξισμός δεν ερμηνεύει μόνο με διαφορετικό τρόπο τον κόσμο, αλλά προβάλλει με την αξίωση να τον αλλάξει, είναι το ισχυρό όπλο στην πάλη της εργατικής τάξης για την επαναστατική μεταβολή της αστικής κοινωνίας. Ο μαρξισμός είναι ζωντανή θεωρία που αντιμετωπίζει τα προβλήματα των λαϊκών τάξεων με πραγματικό ρεαλισμό. Ας πάρουμε για παράδειγμα την πάλη των τάξεων. Ο κόσμος τι σκέπτεται για αυτούς? Μερικοί πιστεύουν ότι ο αγώνας για το μεροκάματο είναι ξεχωριστός από τον πολιτικό αγώνα, άλλοι πιστεύουν ότι είναι αρκετό το σήκωμα της γροθιάς στη μέση του δρόμου και αρνιούνται την αναγκαιότητα της οργάνωσης και άλλοι ισχυρίζονται ότι μόνο ο πολιτικός αγώνας θα λύσει το πρόβλημα. Για το μαρξισμό, η πάλη των τάξεων περιλαμβάνει πρώτο, οικονομική πάλη, δεύτερο, πολιτική πάλη και τρίτο ιδεολογική πάλη. Έτσι το πρόβλημα μπαίνει ταυτόχρονα και στους τρείς αυτούς χώρους. Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι όλα αυτά τα προβλήματα είναι στενά δεμένα και δεν μπορεί κάποιος να αποφασίσει για οποιαδήποτε πλευρά ενός τόσο μεγάλου προβλήματος, όπως είναι η πάλη των τάξεων. Σε μια απεργία για παράδειγμα, χωρίς να λογαριάσει κάθε δεδομένο του προβλήματος καθώς και το πρόβλημα ολόκληρο. Αυτός που θα μπορέσει να αγωνιστεί σε όλα τα επίπεδα, θα δώσει την καλύτερη κατεύθυνση. Έτσι πρέπει να αντιλαμβάνεται ένας μαρξιστής την πάλη των τάξεων. Επομένως στην ιδεολογική πάλη που πρέπει καθημερινά να κάνουμε, γιατί βρισκόμαστε μπροστά σε προβλήματα που δύσκολα λύνονται, αθανασία της ψυχής, ύπαρξη του Θεού, καταγωγή του κόσμου κτλ. Ο διαλεκτικός υλισμός μας δίνει μια μέθοδο συλλογισμού που μας επιτρέπει να λύσουμε όλα αυτά τα προβλήματα και ακόμα να ξεσκεπάσουμε όλες τις προσπάθειες παραποίησης του μαρξισμού με το πρόσχημα ότι ‘’ανανεώνουν’’ και τον ‘’συμπληρώνουν’’.
Σε αυτό προσπαθούν να ορθώσουν ενάντια στο μαρξισμό τους σοσιαλιστές συγγραφείς της προμαρξιστικής περιόδου (ουτοπιστές). Και άλλοι χρησιμοποιούν τον γάλλο Προυντόν, που σαφέστατα ο μαρξισμός είναι ενάντια στον προυντονισμό και άλλοι χρησιμοποιούν τους αναθεωρητές πριν το 1914 (μια που ο Λένιν τους έχει αντικρούσει επιδέξια). Αλλά αυτό που πρέπει να υπογραμμίσουμε είναι η έκθεση σιωπής των αστών, για να εμποδίσουν την εξάπλωση του υλισμού με τη μαρξιστική του μορφή. Και όπως μα πληροφορεί ο γάλλος φιλόσοφος Ζωρζ Πόλιτζερ, στα ιδρύματα της μέσης εκπαίδευσης αλλά και στα πανεπιστήμια της Γαλλίας δίδασκαν φιλοσοφία, αλλά όσο και αν παρακολουθούσες όλη τη διδασκαλία, δεν θα μπορούσες ποτέ να διαπιστώσεις ότι διδάσκετο η φιλοσοφία του υλισμού, επεξεργασμένη από το Μαρξ και τον Ένγκελς. Ακόμα και στα φιλοσοφικά συγγράμματα ξεχώριζαν το μαρξισμό από τον υλισμό. Γενικά παρουσίαζαν το μαρξισμό ξεχωριστά σαν ένα πολιτικό δόγμα και όταν μιλούσαν για ιστορικό υλισμό δεν αναφέρονταν στη φιλοσοφία του υλισμού. Τέλος αγνοούσαν πλέρια το διαλεκτικό υλισμό σε τέτοιο σημείο που αν κάποιος γάλλος ήταν ειδικευμένος στη φιλοσοφία με δίπλωμα από γαλλικό πανεπιστήμιο δεν ήξερε ότι ο Μαρξισμός έχει σαν φιλοσοφία του τον υλισμό και αγνοούσε ότι ο παραδοσιακός υλισμός έχει μια σύγχρονη μορφή, το μαρξισμό ή τον διαλεκτικό υλισμό. Εκείνο που προέχει είναι, να δείξουμε ότι ο μαρξισμός έχει μια γενική αντίληψη όχι μόνο για την κοινωνία αλλά και για το σύμπαν. Είναι λοιπόν, ανόητο, αντίθετα με το ότι μερικοί ισχυρίζονται, να λυπούμεθα ότι το μεγάλο μειονέκτημα του μαρξισμού είναι η έλλειψη φιλοσοφίας και να θέλουμε σαν μερικούς θεωρητικούς του εργατικού κινήματος να ανακαλύψουμε τη φιλοσοφία αυτή που δήθεν δεν έχει ο μαρξισμός.
Η φιλοσοφία του μαρξισμού είναι ο διαλεκτικός υλισμός. Όμως παρά την ένοχη σιωπή των αστών και παρ’ όλες τις παρασιωπήσεις και τις προφυλάξεις που παίρνουν οι κυρίαρχες τάξεις, ο μαρξισμός και η φιλοσοφία του, απλώνεται όλο και πιο πολύ. Και θα απλώνεται και θα αγκαλιάζεται από όλους τους λαούς του πλανήτη μας που θα οργανώνονται και θα βρίσκονται σε μια πραγματικά συνεχή επαναστατική εγρήγορση. Ισχυρίζεται ο παγκόσμιος ταξικός εχθρός μας, μ επικεφαλής τον αμερικάνικό ιμπεριαλισμό, ότι ‘’τελείωσε ο μαρξισμός’’ – ‘’πέθανε ο κομμουνισμός’’ – είναι βέβαια ένας ευσεβής πόθος του ταξικού εχθρού μας. Παίρνει δε, σαν παράδειγμα την ανατροπή του σοσιαλισμού με το πραξικόπημα του 20ου συνεδρίου του ΚΚΣΕ το 1956 και την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης (από τους προδότες Χρουστσόφ, Μπρέζνιεφ, Γκορμπατσόφ και Γιέλτσιν) . Πλανώνται, όμως, κάνουν μεγάλο λάθος γιατί αυτό που έγινε στην Σ.Ε. δεν ήταν καρπός νομοτέλειας και το ξέρουν αυτό πάρα πολύ καλά. Εκείνο όμως που γίνεται στο στρατόπεδο του ιμπεριαλισμού, δηλαδή η κάθετος πτώση της παραγωγής και η αναμφισβήτητη βαθειά οικονομική κρίση, που κάθε μέρα βαθαίνει περισσότερο, χωρίς βέβαια να υπάρχουν οι αναγκαίες εκείνες προϋποθέσεις για την ανάκαμψη της οικονομίας τους όπως εκείνες του 1929. Η νέα αυτή βαθιά οικονομική κρίση υπερπαραγωγής, που έχει τη βάση της στην αντίφαση που υπάρχει ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την καπιταλιστική μορφή ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της παραγωγής, δείχνει εκ νέου ότι ο καπιταλισμός δεν μπορεί να ξεπεράσει τις εσωτερικές του αντιθέσεις, ότι έχει γίνει εμπόδιο στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και πρέπει να ανατραπεί με τη βίαιη επανάσταση του προλεταριάτου. Το σαθρό οικοδόμημα του παγκόσμιου ταξικού εχθρού μας, θα γκρεμιστεί σαν χάρτινος πύργος και θα αφανιστεί μέσα στην αιωνιότητα. Και το γνωρίζουν αυτό πάρα πολύ καλά οι καπιταλιστές και οι ιμπεριαλιστές γι’ αυτό προσπαθούν με τα άφθονα μέσα μαζικής ενημέρωσης (ΜΜΕ) που διαθέτουν και με τον προσφιλή τους τρόπο της σιωπής, του ψεύδους, της παραποίησης και της παραπλάνησης να κάνουν πλύση εγκεφάλου των λαών, με το κυρίαρχο σύνθημα ‘’ο κομμουνισμός πέθανε’’. Και ενώ ξέρουν και το αναγνωρίζουν πως αυτό που πεθαίνει και θα εξαφανιστεί μια για πάντα είναι το αστικό καθεστώς με τις μετεξελίξεις του, τον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό.


Από http://eniaiokke.blogspot.gr/2013/04/blog-post.html

Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2017

θρησκεία και αθεϊσμός ..σκέψεις...

Τελικά τι απόδειξη υπάρχει ότι ο θεός είναι ένα υπαρκτό ον;
Τον έχει δει ποτέ κανείς ; Που κατοικούν αυτές οι φανταστικές θρησκευτικές υποστάσεις,ο θεός,ο διάβολος,οι άγιοι,πού εδρεύει ο περιβόητος παράδεισος και η κόλαση; Έχουν πάει στον ουρανό και στο διάστημα,με αεροπλάνα και διαστημόπλοια και δεν είδαν τίποτα.Κανέναν θεό.Ούτε και με το τηλεσκόπιο ούτε και με το μικροσκόπιο.
Και έστω με το πιο υπερσύγχρονο όχημα-διαστημόπλοιο που θα εφευρεθεί ποτέ,,όσο και να προχωρήσεις , θεό δεν θα βρεις [πάμε στοίχημα;] Μόνο ύλη. Παντού και πάντα,μόνο την ύλη και τις εκδηλώσεις της.Επίσης κανέναν υπερφυσικό κόσμο και κανένα θαύμα,,τα πάντα υπόκεινται στους φυσικούς νόμους και όλα έχουν την φυσική τους εξήγηση και αιτία.
Ο μοναδικά υπαρκτός κόσμος είναι ο υλικός κόσμος,και όλες του τις γνώσεις ο άνθρωπος τις παίρνει από αυτόν.Και τα πιο παράλογα και τρελά όνειρα που βλέπει ο άνθρωπος στον ύπνο του εν τέλει προέρχονται από το ''υλικό των αισθήσεων ''του δηλαδή σε ότι ο ίδιος έχει ζήσει ,δει ακούσει,μόνο που τα έχει μεγαλοποιήσει,διαστρεβλώσει,σε μία φανταστική αφαίρεση.Μία τέτοια φανταστική αφαίρεση είναι και ο θεός.Λένε ότι θρησκεία και επιστήμη δεν συγκρούονται ,ότι η κάθε μία έχει την δικιά της αλήθεια,στην δικιά της περιοχή.Φούμαρα....στην πραγματικότητα η λεγόμενη περιοχή της θρησκείας,το αντικείμενό της είναι το απόλυτο τίποτα,διότι ο θεός και ο υπερφυσικός κόσμος είναι το απόλυτο τίποτα και ανύπαρκτος.Εφόσον είπαμε ότι υπάρχει μόνο ο υλικός κόσμος,και μάρτυρες μας όλη η εμπειρία και πρακτική των ανθρώπων και όλη η ανάπτυξη των επιστημονικών γνώσεων,εφόσον λοιπόν,ο κόσμος είναι μόνο ΕΝΑΣ [κι όχι δύο,επίγειος και επουράνιος που κηρύσσουν οι παπάδες] άρα και η αλήθεια είναι ΜΙΑ! Κι αυτήν μας την δίνει η επιστήμη.Όχι απόλυτα,τελεσίδικα και μια έξω.Αλλά σταδιακά και σιγά σιγά,όλο και περισσότερο μαθαίνουμε κάτι και θα μαθαίνουμε κάτι.Ότι δεν ξέρουμε σήμερα θα το μάθουμε αύριο κλπ.Γνωρίζουμε όλο και βαθιά τον κόσμο.
Η κοσμολογία έδιωξε τον θεό απ'τους ουρανούς.Η φυσική και η χημεία από το εσωτερικό των ατόμων.Η βιολογία ανέτρεψε τα παραμύθια για τη ''θεία δημιουργία του ανθρώπου'' και την δήθεν εξ άνωθεν δοσμένη ανωτερότητά του από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο.Η κοινωνιολογία τον έδιωξε εξ ολοκλήρου από την πορεία των ανθρωπίνων κοινωνιών.Η ψυχολογία επίσης από την ψυχή,μην αφήνοντας τόπο για τα παραμύθια περί '''αθανασίας της ανθρώπινης ψυχής''.Η  ίδια η θρησκειολογία η επιστημονική,δείχνει το εντελώς ανθρώπινο της προέλευσης της θρησκείας και το ασύστατο του θεού.
Το βάρος της απόδειξης πέφτει σε αυτόν που ΠΙΣΤΕΥΕΙ κι όχι σε αυτόν που ΔΕΝ πιστεύει.
Κατά συνέπεια οι θρήσκοι πρέπει να αποδείξουν την ύπαρξη ενός ανώτερου όντος κι όχι οι άθεοι την ανυπαρξία του.Συνεπώς οι άθεοι δεν έχουν να απολογηθούν για τίποτα.
Ο πιστός λοιπόν πρέπει να εξηγηθεί στο ''εδώλιο του κατηγορουμένου'' και να απολογηθεί.
Αλλά να σας πω κάτι ; Δεν χρειάζεται να απολογηθεί κανείς.Η πίστη είναι μία αυστηρά προσωπική υπόθεση του καθενός.Ή μάλλον : η πίστη ΘΑ έπρεπε να είναι μία προσωπική υπόθεση.Διότι δεν συμβαίνει έτσι.
Όταν η θρησκεία έχει σαφή κοινωνικό χαρακτήρα που τους επηρεάζει όλους στην κοινωνία,όταν έχει την ''τιμητική'' της θέση και τον ρόλο της,σε κάθε πτυχή καταπίεσης,χωρισμού και έχθρας των ανθρώπων,της εκμετάλλευσης,όταν πάντα ήταν ένα με βασιλιάδες,πρίγκιπες,τυράννους,καθάρματα και λοιπά και σε ρόλο αποχαύνωσης των ανθρώπων να τάζει παραδείσους,που είναι η προσωπική υπόθεση ; Και όποτε όσο είναι έτσι τα πράγματα,εμείς από την άλλη δεν μπορούμε να καθόμαστε στα αυγά μας αλλά σε κάθε ευκαιρία να ξεσκεπάζουμε τον επιζήμιο και αντιδραστικό ρόλο της θρησκείας και να μαχόμαστε ενάντια της.
Έβαλε ο θεός έστω το μικρό του δακτυλάκι ή οι εκκλησίες τις ευλογίες της σε οποιαδήποτε πτυχή αγώνα για την βελτίωση της ζωής των ανθρώπων και την πρόοδο της κοινωνίας;Κανένας θεός δεν χάρισε στον άνθρωπο τίποτε.Καμία θρησκεία.Μόνο η κοινωνική πάλη κι οι αγώνες των ανθρώπων και η ανάπτυξη των επιστημονικών γνώσεων.Μόνο αυτά.Το δικό τους αίμα,τα δικά τους χέρια,το δικό τους μυαλό.Κι αυτά δεν έγιναν  ΜΕ την θρησκεία και τις ευλογίες της,αλλά ΕΝΑΝΤΙΑ της.Ακριβώς  σε αυτήν την πάλη και τους αγώνες όπως και για την ανάπτυξη των επιστημών,είχαν μπροστά τους ακοίμητο φρουρό της αντίδρασης την θρησκεία και την εκκλησία και έπρεπε να την πολεμήσουν,καθώς διεκδικούσαν κι όλα τα υπόλοιπα.
Και δικαίως και ορθώς,εξ αιτίας και χάρη όλων αυτών,τους λίγους τελευταίους αιώνες  το κύρος της θρησκείας είχε υπονομευτεί ,έχοντας δεχτεί ισχυρά πλήγματα.
Τώρα τελευταία όμως, εξ αιτίας διαφόρων αιτιών,αναγεννάτε η αντιδραστική θρησκευτική ιδεολογία.Ξυπνά και παίρνει θάρρος το τέρας παρέα με όλες τις κατηγορίες που το συνοδεύουν ύπουλους,δόλιους και αφελείς.Χρέος μας επίσης να μην πέσουμε σε αυτήν την απάτη και παγίδα.
Ο αγώνας λοιπόν ενάντια στην θρησκεία είναι καθήκον και χρέος μας,όπως βεβαίως και η κοινωνική πάλη μαζί,η πάλη για ψωμί,δημοκρατία,ειρήνη [δεν μπορούν να χωριστούν αυτά].Και πρέπει μαζί με άλλα πρώτιστα να έχει κεντρικό ρόλο η διεκδίκηση ενός άμεσου και απόλυτου χωρισμού κράτους-εκκλησίας, της εκκαθάρισης της Παιδείας από τα θρησκευτικά στοιχεία,που δεν έχουν καμία δουλειά εκεί και να ασκούν προσηλυτισμό,για να αποκτήσει η Ελλάδα ένα γνήσιο κοσμικό κράτος,να απαλλαγεί από την ορθοδοξοβυζαντινοπληξία.Ο βυζαντινισμός και οι μεγαλοϊδεατίστικες και λοιπές εθνοθρησκευτικές βλακείες θα μας φάνε.Αυτά πάντα δεν μας έτρωγαν;
Σε διακρατικό και διεθνικό επίπεδο; Υποστήριξη ,στήριξη και βοήθεια ,σε κάθε ρανίδα προσπάθειας,ελευθερίας σκέψης,δημοκρατίας και προόδου στο εξωτερικό στους εκεί λαούς [και σε ισλαμικές χώρες κλπ.] με στόχο το ξεσήκωμα τους και τον διαφωτισμό των μαζών [που αυτά όπως είπα πάνε μαζί και δεν μπορούν να χωριστούν με την πάλη και τον αγώνα για ψωμί,δημοκρατία και ειρήνη].
Κι αυτό είναι χρέος μας.Είναι αγώνας για την ίδια την αξιοπρέπεια του ανθρώπου.




Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2017

Jean Meslier


 Επιφανής εκπρόσωπος του γαλλικού υλισμού και αθεϊσμού των αρχών του 18ου αιώνα, ήταν ο επαναστάτης-δημοκράτης διαφωτιστής Ζαν Μελιέ (1664-1729). Ο Μελιέ ήταν γιος υφαντουρ­γού και αργότερα έγινε εφημέριος σε χωριό. Η Διαθήκη του Μελιέ καθρεφτίζει τα συμφέροντα και τις προσδοκίες της ανελέητα εκμεταλλευόμενης φτωχολογιάς του χωριού και καλεί τις λαϊκές μάζες ν’ ανατρέψουν το ζυγό των εκμεταλλευτών. Ο Μελιέ υπο­στηρίζει με επιχειρήματα την υλιστική φιλοσοφία, κάνει αμείλικτη κριτική της θρησκείας και του ιδεαλισμού, αναπτύσσει τις ιδέες του ουτοπικού κομμουνισμού.
Σαν μοναδική βάση όλων των φαινομένων της φύσης, ο Μελιέ παραδέχεται την αιώνια και άπειρη ύλη, η οποία αποτελείται από άτομα που με τις κινήσεις και τους συνδυασμούς τους σχηματί­ζουν όλα τα ποικίλα φυσικά φαινόμενα. Σύμφωνα με την υλιστική θεωρία του Μελιέ η ύλη, ο χρόνος, η κίνηση, η νομοτέλεια της φύσης, μπορούν να εξηγηθούν πλήρως με φυσικοεπιστημονικό τρόπο και για την κατανόησή τους δε χρειάζεται η παραδοχή της ύπαρξης του θεού. Ο Μελιέ υπεράσπισε τη θέση ότι η ύλη είναι η αιτία τόσο της ύπαρξής της όσο και της κίνησής της.
Ο Μελιέ απόκρουσε κατηγορηματικά την ύπαρξη οποιουδήποτε θεϊκού πρώτου κινούντος. Θεωρούσε πως είναι αδύνατο η ύλη να έχει πάρει τη δύναμη της κίνησης από μια ουσία που δεν είναι ύλη και την υλιστική του αντίληψη για τη φύση τη συνέδεε άμεσα με τον αθεϊσμό. Η διαμάχη ανάμεσα στους αθεϊστές και τους θεολάτρες, λέει ο Μελιέ, διεξάγεται πάνω στο ζήτημα: ποια είναι η αδημιούργητη πρώτη αιτία όλων των πραγμάτων. Οι αθεϊ­στές υποστηρίζουν ότι η αδημιούργητη αυτή πρώτη αιτία είναι η φύση, η ύλη. Ο κόσμος υπήρχε και θα υπάρχει αιώνια, ο κόσμος είναι το υλικό και αντιληπτό με τις αισθήσεις Είναι. Οι θεολάτρες θεωρούν αιτία των πάντων το θεό, τα επιχειρήματά τους όμως δεν αντέχουν στην κριτική.
 «...Όλα όσα βλέπουμε -λέει ο Μελιέ- όλα όσα νιώθουμε και γνωρίζουμε είναι αναμφισβήτητα μόνο ύλη. Αφαιρέστε μας τα μάτια. Τι θα δούμε; Τίποτε. Αφαιρέστε μας τα αυτιά. Τι θ’ ακούμε; Τίποτα. Αφαιρέστε μας τα χέρια, τι θ' αγγίζουμε; Τίποτε, εκτός απ' ό,τι μας επιτρέπουν πολύ λειψά τα άλλα μέρη του σώματος. Αφαι­ρέστε μας το κεφάλι και το μυαλό, τι θα σκεφτόμαστε; Τι θα γνωρίζουμε ; Τίποτε.»
Οι επαναστατικές δημοκρατικές ιδέες του Μελιέ ήταν απαρά­δεκτες ακόμα και για τους προοδευτικούς ιδεολόγους της γαλλι­κής αστικής τάξης. Ωστόσο, ο αγώνας που διεξήγαν ενάντια στην ιδεολογία του φεουδαρχικού-απολυταρχικού καθεστώτος οι φιλό­σοφοι της γαλλικής αστικής τάξης, η οποία βρισκόταν το 18ο αιώ­να επικεφαλής ολόκληρης της τρίτης τάξης, τους έφερε κοντά σε πολλές υλιστικές και αθεϊστικές απόψεις του Μελιέ και οι φιλο­σοφικές του ιδέες άσκησαν ορισμένη επίδραση πάνω στην κατο­πινή ανάπτυξη του γαλλικού υλισμού.

Πηγή : '' Οι βάσεις της μαρξιστικής φιλοσοφίας'' της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ [πρωτότυπος τίτλος основы марксистской философии ].

Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 2017

Domingo Sevilla: Οι νόμοι της διαλεκτικής & η οικοδόμηση του κομμουνιστικού κόμματος

Η μαρξιστική – λενινιστική φιλοσοφία βασίζεται σε δύο βασικούς πυλώνες: την αντίληψη για τον κόσμο και τη μέθοδο ανάλυσης των φαινομένων που λαμβάνουν χώρα σε τρία πεδία: τη φύση, την κοινωνία και τη σκέψη, παρότι αυτή η διάκριση γίνεται μόνο για διδακτικούς σκοπούς, καθότι η αντίληψη και η μέθοδος είναι στενά αλληλοσυνδεόμενες τόσο που η ιδεαλιστική αντίληψη αντιστοιχεί στη μεταφυσική μέθοδο και η υλιστική στη διαλεκτική. Επιπρόσθετα, κάθε μια από αυτές, αντιστοιχούν στα συμφέροντα της τάξης που τις υιοθετεί: η μία για να διατηρήσει το εκμεταλλευτικό σύστημα και η άλλη για να το καταστρέψει.
Ας θυμηθούμε επιγραμματικά τις αντιλήψεις για τον κόσμο: υπάρχουν μόνο δύο, η ιδεαλιστική και η υλιστική, οι οποίες συνίστανται απλούστατα στην διατύπωση του τι είναι πρωταρχικό ή ποιο πράγμα παράγει ποιο, η ύλη και το πνεύμα ή η ύλη και η νόηση.
Για τους ιδεαλιστές, η ιδέα ή ένα “καθολικό πνεύμα” είναι η πηγή της ύλης, δημιούργησε το σύμπαν και τα ανθρώπινα όντα. Ως εκ τούτου, η ύλη είχε μια αρχή και, κατά συνέπεια, θα έχει και τέλος.
Για τους υλιστές, η ύλη είναι αιώνια και μπορεί αυτό να αποδειχθεί από το γεγονός ότι είναι αδύνατο να δημιουργήσει κανείς ύλη από το τίποτα ή να την κάνει να εξαφανιστεί, καθώς αν αυτό ήταν εφικτό, όπως ισχυρίζονται οι ιδεαλιστές, οι λαοί θα είχαν επιλύσει τα υλικά τους προβλήματα, αφού, μόνο με την ιδέα ή τη σκέψη θα μπορούσε να δημιουργηθεί στέγη, τροφή, οχήματα και άλλα αναγκαία για τη ζωή στοιχεία.
Υποστηρίζουμε, επομένως, ότι η ύλη πάντοτε υπήρχε και πάντοτε θα υπάρχει, φυσικά, σε διαφορετικές μορφές· ότι τίποτε δεν τη δημιούργησε, αλλά βρισκόταν σε συνεχή αλλαγή και ανάπτυξη, μέχρι του σημείου να φτάσει τη μέγιστη έκφρασή της που είναι μέχρι στιγμής γνωστή, τον ανθρώπινο εγκέφαλο, τη μόνη ύλη που είναι ικανή να γεννήσει τη σκέψη, την ιδέα ή τη συνείδηση. Για αυτό, αποδεχόμενοι το φαινόμενο του Big Bang, αυτό δεν σημαίνει, όπως ισχυρίζονται οι ιδεαλιστές, την αποδοχή της απαρχής της ύπαρξης της ύλης, παρά την αποδοχή της αρχής μιας ανάπτυξης της ίδιας μέχρις ότου να φτάσει τη σημερινή της κατάσταση.

Η διαλεκτική

Ο μαρξισμός ισχυρίζεται ότι είναι η “επιστήμη η οποία πραγματεύεται τους πιο γενικούς νόμους της ανάπτυξης της φύσης, της κοινωνίας και της ανθρώπινης σκέψης”, με τέτοιο τρόπο που όλα τα φαινόμενα που λαμβάνουν χώρα στα τρία πεδία που προαναφέρθηκαν μπορούν να αναλυθούν με τη διαλεκτική μέθοδο, η οποία προέρχεται από την ελληνική λέξη “διαλέγομαι”, που σημαίνει διάλογος αλλά και πολεμική. Στην αρχαιότητα λεγόταν ότι μέσω του διαλόγου ή της σύγκρουσης ιδεών ανακαλύπτεται η αλήθεια. Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για το ότι η πάλη ανάμεσα σε αντίθετα πράγματα είναι ο νόμος που βρίσκεται στη βάση της ανάπτυξης οποιουδήποτε φαινομένου σε οποιοδήποτε από τα τρία προαναφερθέντα πεδία.
Σε αντίθεση με τη μεταφυσική, ο διαλεκτικός υλισμός έχει τρία ιδιαίτερα χαρακτηριστικά:
1.Δεν βλέπει τα αντικείμενα ή τα φαινόμενα απομονωμένα το ένα από τα άλλα, αλλα ως συνδεόμενα μεταξύ τους, καθώς, σε διαφορετική περίπτωση, θα είχαμε φαινόμενα μη εξηγήσιμα, μεμονωμένα. Δεν υπάρχει, επομένως, φαινόμενο χωρίς αιτία, ούτε αιτία που δεν παράγει κάποιο νέο φαινόμενο.
2.Βλέπει ότι μέσα σε κάθε φαινόμενο υπάρχουν δύο στοιχεία αντίθετα, ευρισκόμενα σε διαπάλη και μόνιμη σύγκρουση, η οποία συνιστά την κινητήρια δύναμη ανάπτυξης του φαινομένου.
3.Πραγματεύεται τη φύση, την κοινωνία και τη σκέψη ωσάν αυτές να βρίσκονται σε μόνιμη κίνηση και αλλαγή. Τίποτα δεν είναι σε ηρεμία: η ακινησία είναι επιφανειακή, γιατί η ύλη βρίσκεται σε μόνιμη κίνηση και, ως εκ τούτου, σε διαρκή αλλαγή και ανάπτυξη.
4.Θεωρεί ότι υπάρχουν δύο τύποι στις αλλαγές που προκαλούνται κατά τη διαδικασία της ανάπτυξης της ύλης: ποιοτικοί και ποσοτικοί· αλλαγές στην ποσότητα, οι ίδιες που συσσωρεύονται στο φαινόμενο και καθορίζουν, σε μια συγκεκριμένη στιγμή, μία αλλαγή στην ποιότητα του ίδιου του φαινομένου, το οποίο αποκτά μια νέα διακριτή από την προηγούμενη ποιότητα και ενός σταδίου ανώτερου.

Έννοια του νόμου

Κατά το μαρξισμό – λενινισμό, είναι η βαθιά, ουσιαστική, σταθερή, επαναλαμβανόμενη σχέση ανάμεσα σε φαινόμενα ή σε πτυχές του ίδιου φαινομένου. Ο νόμος είναι η αντανάκλαση του ουσιαστικού στην κίνηση του καθολικού.
Οι νόμοι, ανάλογα με τα πεδία που επενεργούν, μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε καθολικούς, γενικούς και ιδιαίτερους. Σε αυτό το κείμενο θα αναφερθούμε στους καθολικούς νόμους, οι οποίοι επενεργούν στα πεδία της φύσης, της κοινωνίας και της σκέψης, δηλαδή, στους νόμους της διαλεκτικής και την εφαρμογή τους στην οικοδόμηση του κόμματος του προλεταριάτου.

Οι τρεις νόμοι της διαλεκτικής και η οικοδόμηση του κόμματος

Πρώτος νόμος: ενότητα και πάλη των αντιθέτων

Είναι η πηγή της ανάπτυξης των φαινομένων και εκφράζεται με το ότι σε κάθε φαινόμενο υπάρχουν δύο αντιτιθέμενα, δύο αντίθετα, τα οποία υπάρχουν υπό τον όρο ότι υπάρχει το άλλο, δηλαδή αποκαλείται ενότητα για αυτό το λόγο· όμως δεν συμφιλιώνονται, αλλά βρίσκονται σε διαρκή σύγκρουση, επιχειρώντας το ένα να αντικαταστήσει το άλλο· και αυτή η σύγκρουση είναι που καθορίζει την ανάπτυξη του φαινομένου.
Όμως ας δούμε πώς αυτός ο νόμος διέπει την ανάπτυξη ενός φαινομένου όπως είναι το κόμμα του προλεταριάτου, το κομμουνιστικό κόμμα.
Το κομμουνιστικό κόμμα είναι αυτό που εκπροσωπεί τα οικονομικά, πολιτικά και ιδεολογικά συμφέροντα της εργατικής τάξης, σε αντιπαράθεση με τα συμφέροντα της αστικής τάξης, με δεδομένο ότι πρόκειται για τις δύο σημαντικότερες (όχι τις μοναδικές) τάξεις που υπάρχουν στην καπιταλιστική κοινωνία.
Σε κοινωνικό, πολιτικό, εκλογικό επίπεδο, η αστική και η εργατική τάξη είναι τα δύο ανταγωνιστικά αντίθετα για τα οποία κάνει λόγο ο πρώτος νόμος και για αυτό βρίσκονται σε μια διαλεκτική ενότητα, δηλαδή, στην καπιταλιστική κοινωνία, όμως ευρισκόμενες σε μόνιμη σύγκρουση και διαπάλη: η μία για να διατηρήσει το σύστημά της και η εργατική τάξη για να το καταστρέψει και να το αντικαταστήσει από ένα άλλο, το σοσιαλισμό.
Όμως, καθώς αυτός ο νόμος, ο οποίος έχει καθολικό χαρακτήρα, επενεργεί επίσης στη σφαίρα της σκέψης, αυτή η πάλη των τάξεων ανάμεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο αναπαράγεται και στο ιδεολογικό πεδίο, τόσο εντός κοινωνίας όσο και εντός κομμουνιστικού κόμματος. Πώς; Εντός κοινωνίας, με την παρουσία της αστικής τάξης και την επιβολή από πλευράς της των ιδεών της, των πεποιθήσεών της, των αντιλήψεών της κλπ. Και, από την άλλη, με την παρουσία – στην ίδια καπιταλιστική κοινωνία – των ιδεών του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Και οι δύο συγκρούονται στον καπιταλισμό, με την αστική τάξη να έχει το πλεονέκτημα, καθώς, κατέχει την εξουσία.
Επίσης εκφράζεται εντός κομμουνιστικού κόμματος, με την ιδεολογική διαπάλη ανάμεσα σε ιδέες, αντιλήψεις, πρακτικές και δράσεις αστικές και μικροαστικές, τις οποίες υιοθετούν κάποια μέλη του κόμματος, και τις προλεταριακές αντιλήψεις, πρακτικές και δράσεις των άλλων. Δεν πρόκειται απλώς για μια φυσική ή φραστική σύγκρουση: πρόκειται για μια βαθιά σύγκρουση ανάμεσα σε ιδεολογικές αντιλήψεις και πρακτικές αντιτιθέμενων τάξεων.
Ποιες είναι αυτές οι μη προλεταριακές αντιλήψεις, πρακτικές και δράσεις που υιοθετούν κάποια μέλη του κόμματος;
Ο υποκειμενισμός, ρεύμα που βλέπει και αναλύει τα φαινόμενα σύμφωνα με τις επιθυμίες μας και όχι με την πραγματικότητα, δηλαδή, μια ιδεαλιστική εκτίμηση της πραγματικότητας, η οποία τοποθετεί πιο ψηλά την ιδέα, τη σκέψη μας, πιο πάνω από αυτό που είναι πραγματικό. Ως εκ τούτου, δεν επιτρέπει να αναλύουμε με αντικειμενικό τρόπο το ή τα φαινόμενα, την ουσία τους, ώστε να μετασχηματίσουμε αυτή την πραγματικότητα· και με το να μη μπορούμε να τη μετασχηματίσουμε, αυτή συνεχίζει απαράλλαχτη προς όφελος της αστικής τάξης, η οποία κυριαρχεί. Όταν δρούμε κατ’ αυτό τον τρόπο, τα τίμια μέλη, χωρίς να το συνειδητοποιούμε, υπηρετούμε τα συμφέροντα της αστικής τάξης.
Ένα από τα στυλ δουλειάς μας που αντιμετωπίζουμε μόνιμα με την ιδεολογική πάλη είναι ο γραφειοκρατισμός, το οποίο είναι ένα αντιδραστικό ρεύμα που αποσπά την ηγεσία από τα μέλη του κόμματος, αποσπά τον αγωνιστή της βάσης από τις μάζες, επιδιώκει με ιδεαλιστικό τρόπο να “διευθύνει και να ελέγχει” την επαναστατική δουλειά από την καρέκλα, το γραφείο, το σπίτι ή με τις νέες τεχνολογίες, μέσω του διαδικτύου, με το κινητό ή το facebook, αφήνοντας στην άκρη μια προλεταριακή πρακτική άμεσης σύνδεσης για την καλύτερη γνώση της πραγματικότητας όπου εργαζόμαστε και για να μπορούμε έγκαιρα να κάνουμε τροποποιήσεις και αλλαγές πορείας. Πρόκειται για μια ιδεαλιστική μέθοδο, γιατί θέτει σε πρώτο πλάνο την περιορισμένη, επιφανειακή και όχι επιστημονική γνώση της πραγματικότητας.
Άλλη έκφραση επίσης ιδεαλιστικών αντιλήψεων μέσα στο κομμουνιστικό κόμμα είναι ο βολονταρισμός, ο οποίος εκφράζεται με το να θέλουμε να εκπληρώσουμε καθήκοντα εκτός πραγματικότητας, πέραν των δυνατοτήτων, μόνο με την “απόφαση και θέληση” να τα εκπληρώσουμε. Και, συγκρουόμενες με την πραγματικότητα, οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί, δεν μπορούν να υλοποιηθούν ή υλοποιούνται μόνο μερικώς, προκαλώντας έτσι στον αγωνιστή απογοήτευση, αποθάρρυνση, με συνέπεια τη μη ανάληψη ευθυνών. Και, με την επιμονή σε αυτή την πρακτική, ενίοτε επέρχεται ως και η έξοδος από την κομματική οργάνωση, αφού τότε κυριαρχεί το μικροαστικό πνεύμα της αποκαρδίωσης μπροστά στα πρώτα εμπόδια, μία ταξική πρακτική η οποία αντιτίθεται στο επίμονο και ανθεκτικό πνεύμα της εργατικής τάξης. Η καταπολέμηση αυτής της πρακτικής αποτελεί επίσης τμήμα της ταξικής πάλης που λαμβάνει χώρα εντός κόμματος.
Άλλη πρακτική η οποία καταπολεμάται με την μαρξιστική – λενινιστική ιδεολογία μας είναι ο εμπειρισμός, ένα ρεύμα το οποίο θεωρεί μόνο την “εμπειρία” μέσο γνώσης, περιφρονεί τη μελέτη και την έρευνα, και το οποίο επίσης εκφράζει μια μικροαστική πρακτική, καθώς οι επιστημονικές γνώσεις για την επίλυση των πρακτικών προβλημάτων της επανάστασης δεν μελετώνται, δεν αφομοιώνονται και δεν τίθενται στην πράξη από τους αγωνιστές, κάτι που σημαίνει περιφρόνηση ενός πολύ σημαντικού εργαλείου για τη γνώση και την καλύτερη ανάλυση της πραγματικότητας που επιθυμούμε να αλλάξουμε.
Αυτή η αντίληψη δουλειάς στις τάξεις των επαναστατών βρίσκει μια ξεκάθαρη έκφραση στον πρακτικισμό, ένα ρεύμα το οποίο μετατρέπει το μέλος σε απλό εκτελεστή καθηκόντων, σε άνθρωπο που δεν εκπονεί πολιτική ούτε πρωτοβουλίες για το μέτωπο ή τον τομέα δουλειάς που βρίσκεται, και το οποίο έτσι μετατρέπει τη δράση του σε ένα σύνολο ατομικιστικών ενεργειών οι οποίες είναι απομονωμένες από τις μάζες, άσκοπες, χωρίς συγκεκριμένο στόχο ο οποίος να συμβάλλει στην επαναστατική διαδικασία, και οι οποίες τελικά καταλήγουν να το εξουθενώσουν, το κάνουν να χάσει την επαναστατική προοπτική και, σε όχι λίγες περιπτώσεις, να εγκαταλείψει τις τάξεις του κόμματος της εργατικής τάξης.
Πρόκειται για μια ακόμα μικροαστική πρακτική η οποία έλκει, όπως και στις άλλες κοινωνικές τάξεις, την καταγωγή της στην παραγωγή. Ο μικροαστός, όπως ο μικροϊδιοκτήτης, ο χειροτέχνης, ο ιδιοκτήτης μικρού εργαστηρίου, η μοδίστρα, ο ράφτης, ο τσαγκάρης και άλλοι μικροπαραγωγοί εκτελούν όλα τα καθήκοντα της παραγωγής: προετοιμάζουν την πρώτη ύλη, την επεξεργάζονται και τελικά αποκτούν ένα προϊόν προορισμένο για ανταλλαγή, δηλαδή ένα εμπόρευμα το οποίο ήταν το προϊόν της μοναχικής δράσης του καθενός από αυτούς. Πέραν αυτού, ένα άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παραγωγής είναι ότι είναι χωρίς τάξη, μη σχεδιασμένη, αυθόρμητη και, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, ατελής την ώρα που προσφέρεται στους πελάτες. Τελικά, το χαρακτηριστικό του χειροτέχνη είναι ότι αισθάνεται ευχαριστημένος με το καθήκον του που ολοκλήρωσε μοναχικά.
Αυτό αντιτίθεται προς τη συλλογική, συντεταγμένη και σχεδιασμένη δράση της ίδιας της αστικής τάξης στην οποία υποτάσσει και υποχρεώνει το προλεταριάτο στην παραγωγική διαδικασία εμπορευμάτων σε ένα εργοστάσιο. Όλοι οι εργάτες εισέρχονται με ακρίβεια για να υλοποιήσουν τους “στόχους” της παραγωγής που έχουν τεθεί από τον εκμεταλλευτή, με ωράρια και δράση που τοποθετούν τον εργαζόμενο σχεδόν σε κατάσταση “επέκτασης” των μηχανών που χειρίζεται. Αντίθετα με το μικροαστό χειροτέχνη, κανένας εργάτης δεν μπορεί να πει ότι παρήγαγε αυτός μόνος το ζευγάρι παπούτσια, ρούχα, καρέκλες κλπ, καθώς επρόκειτο για μία συλλογική δράση των εργαζομένων για να παράγουν πολλά εμπορεύματα.
Στην επαναστατική μας δουλειά εκφράζονται με σαφήνεια αυτά τα δύο αντιτιθέμενα ρεύματα: Το ένα, το χειροτεχνικό, το οποίο εμφανίζεται όταν αρνούμαστε να συνδέσουμε επαναστατικά καθήκοντα και τις πιο πρωτοπόρες μάζες και τμήματα, να τα κερδίσουμε ιδεολογικά και πολιτικά στις θέσεις του κόμματος και να τα πείσουμε ότι τα καθήκοντα που τίθενται είναι τμήμα της επαναστατικής διαδικασίας ώστε συλλογικά να μπορούμε να προχωρήσουμε σε αυτή τη διαδικασία. Θυμίζοντας τον χειροτέχνη που είναι ευχαριστημένος, όταν δρούμε ως μικροαστοί, προκειμένου να έχουμε εκπληρώσει τα καθήκοντα, αισθανόμαστε μια “επαναστατική ικανοποίηση”, όμως, όπως και ο χειροτέχνης, είμαστε μονάχοι.
Αυτή η πρακτική, η οποία έχει μια ιδεολογική προέλευση, δίνει τροφή στο να εμφανιστεί σε πολλά στελέχη ο προσωποκεντρισμός, τα οποία πιστεύουν ότι είναι απαραίτητα για την επαναστατική διαδικασία, τα οποία πιστεύουν ότι “χωρίς εμένα τίποτα δεν ολοκληρώνεται, τίποτα δεν βγαίνει”, υιοθετώντας πολλές φορές πρακτικές “αυτάρκειας”, αλαζονίας, υπεροχής, σύγκρουσης ανάμεσα στα ίδια τα μέλη, για το “ποιος θα είναι στην πρώτη γραμμή”, ή “ποιος θα καταλαμβάνει το πρώτο πλάνο στον Τύπο ή τα τηλεοπτικά μέσα”, και τα οποία εκφυλίζονται ενίοτε σε θέσεις οπορτουνιστικές. Η πάλη ενάντια σε αυτή την παρέκκλιση αποτελεί τμήμα μιας ιδεολογικής πάλης: πρέπει να αντιτάξουμε σε αυτό τον τύπο εκφράσεων την επαναστατική ταπεινότητα, την επαναστατική απλότητα, την ευελιξία για να ξεπερνάμε δυσμενείς καταστάσεις, δηλαδή, να αντιτάξουμε τις προλεταριακές στάσεις απέναντι στις αστικές και μικροαστικές στάσεις, οι οποίες είναι εσφαλμένες.
Όμως επίσης, ως τμήμα μη προλεταριακών εκφράσεων, συναντούμε και το φορμαλισμό, το μικροαστικό εκείνο κίνημα της βολικότητας, της “εκπλήρωσης” των καθηκόντων χωρίς επαναστατική πρωτοβουλία, όταν δουλεύουμε “με τη δύναμη της συνήθειας”, δηλαδή, αφήνουμε τα πράγματα ως έχουν παρότι είμαστε κομμουνιστές, “προκειμένου να μη μας ασκηθεί κριτική”. Η σύγκρουση σε αυτή την τάση είναι επίσης τμήμα της πάλης των τάξεων στο εσωτερικό του κόμματος.
Αυτές δεν είναι οι μοναδικές ιδεολογικές εκφράσεις που απαντώνται κατά την ιδεολογική πάλη που αναπτύσσεται στο εσωτερικό του κόμματος, όμως είναι οι πιο σημαντικές και, ως εκ τούτου, είναι αυτές που πρέπει να αντιπαλεύουμε έχοντας μια θεμελιώδη αντίληψη: οι μαρξιστές – λενινιστές δεν είμαστε μάζα, είμαστε επαναστάτες ηγέτες, οργανωτές και καθοδηγητές της επαναστατικής διαδικασίας, δηλαδή – ας το αποσαφηνίσουμε αυτό – πηγαίνουμε με μια διαφορετική νοοτροπία να αναλάβουμε τις ευθύνες μας, να τις κάνουμε κτήμα των μεσαίων στελεχών, των μελών του κόμματος, των υποψήφιων μελών, των μελών των αριστερών μετώπων, πηγαίνουμε με μια πρακτική οργανωτών της διαδικασίας, να κάνουμε τα καθήκοντα κτήμα κάθε φορά όλο και πιο πλατιών στρωμάτων των μαζών.
Αν πραγματευόμαστε αυτά τα ιδεολογικά καθήκοντα με προλεταριακές αντιλήψεις, αναπτύσσοντας μια δίκαιη, επίμονη και βαθιά ιδεολογική διαπάλη στους κόλπους μας, θα τα εκπληρώσουμε και θα επιβάλλουμε τη μαρξιστική – λενινιστική πρακτική και, συνεπώς, θα βάλουμε το κόμμα σε μια άλλη κατάσταση, που θα σημάνει μια αλματική πρόοδο στην οικοδόμηση του κόμματος.

Δεύτερος νόμος: νόμος της μετατροπής των ποσοτικών αλλαγών σε ποιοτικές

Ας αρχίσουμε ορίζοντας αυτό το οποίο στη φιλοσοφία συνιστά ποιότητα: είναι το σύνολο των ιδιοτήτων που κάνει ένα φαινόμενο ή ένα αντικείμενο αυτό που είναι. Δηλαδή, το σύνολο χαρακτηριστικών που κάνουν ένα σκύλο να είναι σκύλος, μια εστία να είναι μια εστία και ένα κοινωνικό σύστημα να είναι κοινωνικό σύστημα, για παράδειγμα, ο καπιταλισμός.
Ας ξεκινήσουμε από το γεγονός ότι τα φαινόμενα, τα πράγματα, ή γενικά η ύλη δεν βρίσκονται σε ηρεμία, αλλά είναι σε διαρκή αλλαγή. Για ποιο λόγο προκαλείται αυτή η αλλαγή; Ας πούμε, βασικά, από τη σύγκρουση ανάμεσα στα αντίθετα που υπάρχουν στο εν λόγω φαινόμενο. Όμως εδώ πρέπει να διακρίνουμε τι τύποι αλλαγών υπάρχουν: αλλαγές ποσοτικές, οι οποίες δεν αλλάζουν την ουσία του φαινομένου, και αλλαγές στην ποιότητά του, δηλαδή, μια αλλαγή στην ουσία του.
Ωστόσο, οι αλλαγές στην ουσία ενός φαινομένου δεν λαμβάνουν χώρα με τρόπο αυθόρμητο, αλλά είναι το αποτέλεσμα συσσώρευσης αλλαγών στην ποσότητα. Για παράδειγμα, η αλλαγή από την ποιότητα ενός εμβρύου σε αυτή ενός νεογέννητου ανθρώπου, αποτελεί προϊόν μηνών εγκυμοσύνης, μέχρις ότου η συσσώρευση αλλαγών θα δημιουργήσει σε μια πολύ σύντομη στιγμή την αλλαγή σε μια νέα ποιότητα. Αυτή η ξαφνική, βίαιη, κομβική αλλαγή ονομάζεται διαλεκτικό άλμα.
Το κομμουνιστικό κόμμα είναι ένα φαινόμενο, μια διαλεκτική ενότητα όπου, όπως είδαμε προηγουμένως, συγκρούονται σε ιδεολογικό επίπεδο οι δύο κοινωνικές τάξεις της καπιταλιστικής κοινωνίας και, σε αυτό, συναντούμε ηγετικά κλιμάκια όπως και δεκάδες, εκατοντάδες και χιλιάδες μελών που, ως σύνολο, και με την επαναστατική τους πρακτική, διαμορφώνουν, σε μια συγκεκριμένη στιγμή, μια ποιότητα.
Το κομμουνιστικό κόμμα έχει συνείδηση του ότι δεν μπορεί από μόνο του να αποκτήσει την ιδιότητα του οδηγητή της επαναστατικής διαδικασίας και να τη φτάσει στην κορύφωσή της με την κατάληψη της εξουσίας: χρειάζεται να καταλάβουμε ότι η συσσώρευση ποσοτικών αλλαγών τόσο στην πολιτική, όσο και στο οργανωτικό σκέλος του κόμματος θα οδηγήσει σε μία νέα ποιότητά του· ως εκ τούτου, επιβάλλεται να κατανοήσουμε την υποχρεωτικότητα της διαδικασίας συσσώρευσης δυνάμεων οι οποίες έχουν συμφέρον από την κοινωνική αλλαγή, οι οποίες επιδιώκουν την εγκαθίδρυση ενός νέου κοινωνικού καθεστώτος, χωρίς εκμεταλλευτές. Για όσο αυτό δεν συμβαίνει, απλούστατα, η “έφοδος στον ουρανό” δεν θα μπορεί να αποτελεί πραγματικότητα.
Το πρώτο βήμα για αυτή τη διαδικασία είναι το να διαρθρωθεί η σπονδυλική στήλη της ίδιας, όπως είναι η συμμαχία της εργατικής τάξης με την αγροτιά, κυρίως τη φτωχή· όμως επίσης σημαίνει να εντάξουμε σε αυτό το σχέδιο όλες τις εργαζόμενες κοινωνικές τάξεις και στρώματα και τους καταπιεσμένους λαούς του Ισημερινού που νιώθουν κοινωνική και γενική περιθωριοποίηση, αποστρέφονται την εκμετάλλευση των φυσικών μας πλούτων και την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, θύματα του ιμπεριαλισμού, όλους τους άντρες και τις γυναίκες του Εκουαδόρ που αισθάνονται την αναγκαιότητα να φτάσουμε σε μια κοινωνία που δημιουργεί ένα νέο άτομο, ένα νέο πρόσωπο, χωρίς μικροπρέπειες και βλαβερούς ατομικισμούς. Το να καταλαβαίνουμε έτσι την επαναστατική δουλειά σημαίνει πως εφαρμόζουμε σωστά το δεύτερο νόμο της διαλεκτικής, καθώς το αποτέλεσμα θα είναι ένα άλμα στο συσχετισμό των κοινωνικών δυνάμεων το οποίο προφανώς θα φέρει πιο κοντά τη στιγμή της εξέγερσης στο Εκουαδόρ και την ανατροπή της αστικής τάξης ως τάξης.
Ως τμήμα αυτής της ενιαίας διαδικασίας, είναι υποχρεωτικό οι δυνάμεις της επαναστατικής αριστεράς να μεγαλώσουν ταχύτατα και σε μεγάλη ποσότητα, με τρόπο ώστε να διασφαλιστεί η καθοδήγηση από πλευράς εργατικής τάξης αυτής της ενιαίας διαδικασίας. Ως εκ τούτου, πρέπει να καταλαβαίνουμε επίσης αυτό το νόμο ως την ανάγκη οι διάφορες τακτικές του κόμματος του προλεταριάτου να επιφέρουν μία μετεωρική ανάπτυξη σε οργανωτικό επίπεδο· και, τέλος, στο εσωτερικό του κόμματος του προλεταριάτου, να αναπτύσσεται η συνείδηση του ότι η διαδικασία της συσπείρωσης, επιλογής και στρατολόγησης αποτελεί επίσης και μια διαδικασία συσσώρευσης ποιοτικών αλλαγών ώστε, σε μια δεδομένη στιγμή, αυτή η συσσωρευμένη ποσότητα να επιφέρει ένα διαλεκτικό άλμα στην ποιότητα του κόμματος, και αυτό να φτάνει σε νέο στάδιο για να πραγματεύεται με καλύτερο τρόπο την επαναστατική διαδικασία και τις πολιτικές προϋποθέσεις που αυτή απαιτεί.
Συνεπάγεται, επομένως, ότι πρέπει να καταλάβουμε ότι αυτή η διαδικασία συσπείρωσης μελλοντικών μελών του κομμουνιστικού κόμματος πρέπει να λαμβάνει χώρα με πραγματικά κύματα, με μεγάλο τρόπο, ώστε αυτό να επιτρέψει στο μέλος να επιλέξει τους καλύτερους άντρες και γυναίκες της εργατικής τάξης και του λαού, ώστε να πετύχει την μεγέθυνση του κόμματος.
Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις αυτή η πρακτική ευτελίζεται, συσπειρώνονται λίγοι και φυσικά απομένουν τόσο λίγοι για στρατολόγηση στο τέλος μιας διαδικασίας που αυτές οι στρατολογήσεις δεν διαμορφώνουν πραγματικά ένα άλμα στην ποιότητα. Έτσι, πρέπει να αναμένουμε χρόνια πολλά για να πετύχουμε μία αρκετά σημαντική μεγέθυνση.
Το να μην κατανοούμε, επομένως, ότι η πολιτική και ιδεολογική δουλειά με τις μάζες μας πρέπει να μας κάνει να καθοδηγούμε τους αγώνες για τις υλικές και πολιτικές διεκδικήσεις και ότι, σε αυτή τη διαδικασία, πρέπει να συσπειρώνουμε τους φυσικούς αγωνιστές αυτών των μαζών, τους πιο σκληρά εργαζόμενους, τους πιο εξεγερμένους, αυτούς ακόμα που ενίοτε δεν συμφωνούν με ό,τι λέμε, όμως είναι από σκαρί μαχητών και καθοδηγητών, σημαίνει πως δεν κατανοούμε στην πράξη το δεύτερο νόμο της διαλεκτικής.
Η συσπείρωση δεκάδων, εκατοντάδων, χιλιάδων προσώπων για τη διαμόρφωση πυρήνων υποψηφίων για μέλη του κόμματος, θα επιλύει, εξάλλου, προβλήματα όπως την ανάπτυξη και την πώληση του επαναστατικού Τύπου, τα οικονομικά της οργάνωσης, την ύπαρξη ανθρώπων για τις διάφορες τακτικές και, το πιο σημαντικό: μια νέα και πολυάριθμη στρατιά κομμουνιστών.
Αυτή η μορφή εργασίας για την οικοδόμηση του κόμματος θα έχει ως συνέπεια μια μεγαλύτερη επιρροή στις λαϊκές μάζες, θα πολλαπλασιάσει τον αγώνα στα άλλα κοινωνικά τμήματα, θα δημιουργήσει όρους για αγώνες όλο και πιο μεγάλους, διεκδικητικούς και, πάνω από όλα, το κόμμα, σε μια αδιάσπαστη διαδικασία, θα μεγεθύνεται με μεγάλα άλματα. Κατανοώντας έτσι αυτό το νόμο, θα διασφαλίζουμε ένα κόμμα όλο και πιο μεγάλο και ποιοτικότερο, το οποίο να είναι σε καλύτερες συνθήκες για να εκπληρώσει την ιστορική του αποστολή να οδηγήσει την εργατική τάξη και τους λαούς του Εκουαδόρ στην κατάκτηση της εξοσυάις και στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού.

Τρίτος νόμος: ο νόμος της άρνησης της άρνησης

Πρώτα πρέπει να ορίσουμε την έννοια της άρνησης στη διαλεκτική: άρνηση είναι η απαραίτητη, υποχρεωτική αντικατάσταση μιας παλιάς ποιότητας από μια νέα, η οποία γεννήθηκε μέσα στην παλιά, όμως είναι σε ένα στάδιο και ποιοτικά ανώτερη από την προηγούμενη. Έτσι, για παράδειγμα, η πρωτόγονη κομμουνιστική κοινωνία αντικαταστάθηκε από τη δουλοκτητική, αυτή από τη φεουδαρχία, αυτή από τον καπιταλισμό και ο καπιταλισμός από το σοσιαλισμό. Αυτό σημαίνει πως η δουλοκτητική ήταν άρνηση της πρωτόγονης κομμουνιστικής κοινωνίας, η φεουδαρχία άρνηση της δουλοκτητικής, ο καπιταλισμός άρνηση της φεουδαρχίας και ο σοσιαλισμός άρνηση του καπιταλισμού, για να φτάσουμε τελικά, στη μετάβαση στον κομμουνισμό. Όλες οι νέες ποιότητες, οι οποίες είναι προϊόν της κοινωνικής ανάπτυξης, συνιστούν ένα ανώτερο στάδιο σε αυτή την ανάπτυξη. Είναι αυτό που αποκαλείται σπειροειδής ανάπτυξη.
Ας εργαστούμε λοιπόν για να αντικαταστήσουμε την παλιά, διεφθαρμένη και εκμεταλλευτική καπιταλιστική αστική κοινωνία από μια νέα κοινωνία, χωρίς εκμετάλλευση, τη σοσιαλιστική κοινωνία, την κοινωνία της ευημερίας. Για κάτι τέτοιο, χρειαζόμαστε επίσης ένα κόμμα με μια νέα ποιότητα, το οποίο έχει τις ιδεολογικές, πολιτικές και οργανωτικές προϋποθέσεις για να εκπληρώσει το πιο σύνθετο ως τώρα καθήκον, αυτό του να προχωρήσει προς τη διαδικασία που να θέτει τις βάσεις για την εγκαθίδρυση του κομμουνισμού στο Εκουαδόρ.
Κάθε φορά που υπάρχει μια σημαντική ποσοτική ανάπτυξη, με τη μορφή που αναπτύχθηκε προηγουμένως, αυτό οδηγεί σε μια νέα ποιότητα που, με τη σειρά της, αποτελεί άρνηση της προηγούμενης, η οποία όμως θέτει το κομμουνιστικό κόμμα σε ένα στάδιο κάθε φορά ανώτερο, το οποίο επιτρέπει, επίσης, ως προϊόν της αριθμητικής του ανάπτυξης, μία καθοδήγηση όλο και πιο ικανή, με μεγαλύτερη αφοσίωση και ανάπτυξη, όπως επίσης και μία βάση όλο και πιο αφοσιωμένη στη διαδικασία που αναφέρεται μια καθοδήγηση του κόμματος, με μεγαλύτερη δεξιότητα για την εκπόνηση επαναστατικών πολιτικών, με καλύτερες ιδεολογικές προϋποθέσεις για την υλοποίηση αυτής της γραμμής, με μέλη όλο και πιο διακεκριμένα και θαρραλέα, για την ανταπόκριση στις νέες προκλήσεις που θέτει η επαναστατική διαδικασία.
Πρέπει να καταλάβουμε επίσης ότι αυτή η διαδικασία δεν ανακόπτεται: η διαλεκτική ανάπτυξη του κομμουνιστικού κόμματος θα συνεχίσει και μετά την κατάληψη της εξουσίας, με τα καθήκοντα της οικοδόμησης της νέας κοινωνίας· και κάτι τέτοιο θα απαιτεί ένα κόμμα ανώτερης ποιότητας, το οποίο θα σταματήσει να υπάρχει με την οικοδόμηση του κομμουνισμού, η οποία θα προκαλέσει την εξαφάνιση των κοινωνικών τάξεων και την εξαφάνιση τόσο του σοσιαλιστικού κράτους όσο και του ίδιου του κόμματος, καθώς αυτό εκπροσωπεί τα πολιτικά και ιδεολογικά συμφέροντα της εργατικής τάξης· και, καθώς αυτή θα έχει εξαφανιστεί, ούτε το κόμμα θα είναι πλέον απαραίτητο.
Οι νόμοι της διαλεκτικής θα συνεχίσουν να δρουν στην ανθρώπινη κοινωνία σε άλλες σφαίρες και όχι πλέον στην πάλη των τάξεων.
Νοέμβρης 2014

Περιοδικό Revista Politica, Θεωρητικό Περιοδικό της Κεντρικής Επιτροπής του Μαρξιστικού Λενινιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος Εκουαδόρ, τ. 29, Δεκέμβρης 2014, σ.σ. 111-126
Μετάφραση:  parapoda.wordpress.com

Από http://anasintaxi.blogspot.gr/2017/02/domingo-sevilla.html

Πέμπτη 21 Σεπτεμβρίου 2017

Το βασικό ζήτημα της φιλοσοφίας...και η διαστρέβλωση και απάτη των φιλισταίων...

 Διαβάζοντας όλα αυτά, μπορεί κανείς, που επιθυμεί να ασχοληθεί με τη φιλοσοφία, να κυριαρχηθεί από ζάλη και ν’ αρχίσει, όπως ο Γκαίτε στο «Φάουστ», να φωνάζει: «Όλα αυτά με αποβλακώνουν σε βαθμό, που λες και γυρίζει στο κεφάλι μου μια μυλόπετρα!». Δεν υπάρχει, τέλος πάντων, κανένα μέσο που να διευκολύνει τον άνθρωπο να προσανατολιστεί μέσα σ’ αυτή την πολυπλοκότητα, που φέρνει σύγχυση;

Ναι, το μέσο αυτό υπάρχει. Και είναι ένα πολύ σπουδαίο μέσο. Ο Φρίντριχ Ένγκελς χαρακτήρισε αυτό το μέσο σαν το βασικό ζήτημα της φιλοσοφίας. Ύστερα απ’ όσα είπαμε, μπορούμε ευκολότερα να κατανοήσουμε το ζήτημα αυτό. Θα το εκθέσουμε παρακάτω με δικά μας λόγια:

Σε τελευταία ανάλυση, το βασικό ζήτημα της φιλοσοφίας είναι η σχέση που υπάρχει ανάμεσα στη φύση και το πνεύμα, στο Είναι και τη συνείδηση. Ποιο από τα δυό είναι το πρωταρχικό: η φύση ή το πνεύμα;

Από το πώς απαντούν στο ερώτημα αυτό, οι φιλόσοφοι χωρίζονται σε δυό μεγάλα στρατόπεδα. Το ένα είναι το στρατόπεδο που το αποτελούν οι φιλόσοφοι που υποστηρίζουν, ότι, αρχικά, υπήρχε η φύση. Στην πορεία της εξέλιξης της φύσης, εμφανίστηκαν ζωντανά όντα. Στην πορεία της ανάπτυξης της ζωής, διαμορφώθηκαν οι άνθρωποι, που ανάπτυξαν συνείδηση, πνεύμα και ιδέες. Η φιλοσοφική σχολή που υποστηρίζει, ότι αρχικά υπήρχε η φύση, η ύλη, από την οποία προέκυψε το πνεύμα, η ιδέα, ονομάζεται υλισμός. Η ύλη είναι μια φιλοσοφική έννοια, με την οποία χαρακτηρίζουμε αυτό που υπάρχει έξω από τη συνείδησή μας και ανεξάρτητα απ’ αυτήν, δηλαδή, η φύση, που επιδρά πάνω στις αισθήσεις μας και διεισδύει, έτσι, στη συνείδησή μας.

Το άλλο στρατόπεδο το αποτελούν οι φιλόσοφοι που υποστηρίζουν, ότι, αρχικά, υπήρχε το πνεύμα κι αυτό είναι, τάχα, ο δημιουργός του κόσμου. Όλοι αυτοί που θεωρούν το πνεύμα, την ιδέα, σαν το πρωταρχικό, συγκροτούν το στρατόπεδο του ιδεαλισμού.

Στο στρατόπεδο αυτό της ιδεαλιστικής κοσμοθεωρίας, ανήκουν και όλες οι θρησκείες. Θρησκεία και ιδεαλιστική φιλοσοφία υποστηρίζουν, ότι, αρχικά, υπήρχε ένα πνευματικό ον, που δημιούργησε τον κόσμο από το τίποτε. Η διαφορά ανάμεσά τους συνίσταται στο ότι η πρώτη ανθρωποποιεί τα πράγματα (Θεός = υπεράνθρωπος), ενώ η δεύτερη χρησιμοποιεί τις έννοιες «πνεύμα», «ιδέα» κλπ.

Υλιστές, λοιπόν, είναι οι άνθρωποι που ξεκινούν από το ότι η φύση είναι το πρωταρχικό και ότι το πνεύμα αναπτύχθηκε στη φύση, με τη μορφή της ανθρώπινης συνείδησης.

Ιδεαλιστές, αντίθετα, είναι οι άνθρωποι που πιστεύουν, ότι το πνεύμα δημιούργησε τον κόσμο.

Τίποτε άλλο δεν σημαίνουν στη φιλοσοφία τα λόγια των υλιστών και των ιδεαλιστών. Ωστόσο, ακούμε παντού, ότι ιδεαλισμός σημαίνει να έχεις μεγάλα ιδεώδη και να τα υπερασπίζεις. Ότι υλισμός, απεναντίας, σημαίνει χαμηλό φρόνημα, πλεονεξία, σημαίνει να επιδιώκεις τις γήινες απολαύσεις κλπ.

Έχουμε μπροστά μας, λοιπόν, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ψευτιάς και υποκρισίας στον πνευματικό ταξικό αγώνα. Οι μεγάλοι υλιστές φιλόσοφοι του παρελθόντος διώκονταν σχεδόν πάντα από τις κυρίαρχες τάξεις και τις εκκλησίες τους και ρίχνονταν στη φωτιά σαν αιρετικοί. Οι κομμουνιστές, που είναι οπαδοί της υλιστικής διδασκαλίας, διώκονταν και κλείνονταν στις φυλακές και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Οι σύντροφοί μας στη Χιλή (και, παλιότερα στο Βιετνάμ), σκοτώνονταν και σκοτώνονται για τις πεποιθήσεις τους. Αλλά αυτό δεν δείχνει, ότι οι οπαδοί της υλιστικής κοσμοθεωρίας δεν έχουν καμιά σχέση με την πλεονεξία; Κάτι περισσότερο: αυτοί ξέρουν, ότι, για τους πολέμους, για την εξαθλίωση και τη δυστυχία σ’ αυτό τον κόσμο, δεν υπάρχουν κανενός είδους σκοτεινές φυσικές αιτίες, η ευθύνη δεν μπορεί να αποδοθεί σε οποιαδήποτε μοίρα, οι πραγματικές αιτίες βρίσκονται σε εντελώς «επίγεια», ταξικά συμφέροντα. Συνεπώς, πρέπει να αγωνιζόμαστε ενάντια στα συμφέροντα της ισχυρής εκμεταλλεύτριας και καταπιεστικής τάξης. Ο αγώνας, όμως, αυτός συνδέεται με κόπους και θυσίες.

Το αντίθετο, λοιπόν, δείχνει η πράξη: Αν οι υλιστές ήταν πλεονέκτες, θα έπρεπε να συμμαχήσουν με τους ισχυρούς για να κερδίσουν κάτι απ’ αυτούς.

Αλλά ας δούμε ποια θέση παίρνουν στους πολιτικούς αγώνες οι εκπρόσωποι της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας. Που είναι ενταγμένοι αυτοί που μας λένε, πως ο πνευματικός πλούτος είναι σπουδαιότερος από τον υλικό; Πάρτε για παράδειγμα τις εκκλησίες. Δεν είναι με το μέρος των πλουσίων, των ισχυρών; Που και πότε η εκκλησία πήρε σύσσωμη μέρος στην επανάσταση κατά των πλουσίων και των ισχυρών, στο πλευρό αυτών που υφίστανται την εκμετάλλευση και την καταπίεση;

Ήδη, πριν από εκατό χρόνια, ο Ένγκελς διαπίστωνε: Οι εχθροί μας, με τον όρο «υλισμός», εννοούν: το φαγοπότι, τη ματαιοδοξία, τη σαρκική ηδονή, το φανφαρονισμό, τη φιλαργυρία, την τσιγγουνιά, την πλεονεξία, το κυνήγι του κέρδους και τις χρηματιστηριακές απάτες, κοντολογίς, όλα εκείνα τα βρωμερά ελαττώματα που οι ίδιοι πρεσβεύουν. Και με τον όρο «ιδεαλισμός» εννοούν: την πίστη στην αρετή, στο γενικό φιλανθρωπισμό και σ’ έναν «καλύτερο κόσμο». Αλλά μ’ αυτό επιδιώκουν απλώς να συσκοτίσουν τα γεγονότα.


Από το βιβλίο του Ρόμπερτ Στάιγκερβαλντ ''Μαρξιστική φιλοσοφία,βασικές έννοιες και αρχές''.

Τρίτη 19 Σεπτεμβρίου 2017

ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΜΟΥ Η ΣΗΜΑΙΑ...

  Υποστηρίζεται από εθνικόφρονες κύκλους, ότι η ελληνική σημαία αποτελεί σύμβολο ελευθερίας, για το οποίο έχουν χυθεί ποταμοί αίματος, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το ΄40. Τις τελευταίες ημέρες σε συζητήσεις στο διαδίκτυο και στους τηλεοπτικούς δέκτες αυξάνουν αυτοί, που υποστηρίζουν, ότι ο κόσμος πρέπει να αντιταχθεί στο Δ.Ν.Τ. κατεβαίνοντας στους δρόμους κρατώντας -όχι κομματικές, αλλά- μόνο την ελληνική σημαία, σαν ένδειξη εθνικής ενότητας.
     Η  ελληνική σημαία ωστόσο, συμβολίζει ακριβώς εκείνες τις «αξίες», που έχουν οδηγήσει την Ελλάδα στη σημερινή κατάσταση (βυζαντινισμό, διαπλοκή, διαφθορά, θεοκρατία, υπανάπτυξη κ.λπ.). Στο άρθρο αυτό θα εξετάσουμε πώς προέκυψε η «εθνική» μας σημαία και τι συμβολίζει.
   
Ένας ακόμα μύθος της Ρωμιοσύνης
    Η επιλογή των χρωμάτων και τής μορφής τής σημαίας τού νεοελληνικού κρατιδίου αποτελεί έναν ακόμα μύθο τής Ρωμιοσύνης, οι νεαροί μαθητές τής οποίας διδάσκονται στα σχολεία, ότι τα χρώματά της συμβολίζουν δήθεν το γαλάζιο τής θάλασσας τού Αιγαίου και το λευκό των κυμάτων, ενώ οι εννέα λωρίδες της τις συλλαβές τής φράσης «ελευθερία ή θάνατος».

      Η πλειονότητα των σημερινών κατοίκων τής Ελλάδας αγνοούν την πραγματικότητα, ότι δηλαδή τα χρώματα τής σημαίας τής σύγχρονης Ελλάδας (μπλέ και άσπρο) καθορίστηκαν από τον Όθωνα, για να ταιριάζουν με τα χρώματα τής σημαίας τής Βαυαρίας, ενώ η μορφή της (πέντε μπλέ και τέσσερις λευκές οριζόντιες λωρίδες με σταυρό επάνω αριστερά) καθορίστηκε από τον αγγλόφιλο Αλ. Μαυροκορδάτο κι αποτελεί απλή αντιγραφή τής σημαίας των Άγγλων αποικιοκρατών στην Ινδία.
Απόφαση καθιέρωσης σημαίας γιά το νέο κράτος
     Με το «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος», που προέκυψε από την Α΄ Εθνική Συνέλευση στην Επίδαυρο (Ιανουάριος 1822) καθορίστηκε γιά πρώτη φορά ενιαίος τύπος εθνικής σημαίας με χρώματα γαλάζιο και λευκό, ανατέθηκε δε στο Εκτελεστικό Σώμα να προσδιορίσει τη μορφή της (παρ. ρδ΄ και ρε΄).

     Στις 15 Μαρτίου 1822 εκδόθηκε η με αριθμό 540 απόφαση τής Προσωρινής Διοίκησης υπογεγραμμένη από τον πρόεδρο Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, με την οποία καθοριζόνταν η μορφή τής σημαίας. Για την ακρίβεια καθορίστηκαν τρείς τύποι σημαιών: μία πολεμική για την ξηρά (γαλάζια με μεγάλο άσπρο σταυρό) και δύο για τη θάλασσα: εμπορική (γαλάζια με άσπρο τετράγωνο επάνω αριστερά και γαλάζιο σταυρό εντός του) και πολεμική (γαλάζια, και ακριβώς ίδια στη μορφή με τη σημερινή σημαία, που γνωρίζουμε). Από τότε μέχρι σήμερα ακολούθησαν σειρά διαταγμάτων, που επέφεραν διάφορες παραλλαγές στους τύπους και τις διαστάσεις τών σημαιών (προσθαφαιρέσεις βασιλικών παρασήμων, στεμμάτων, εικόνας του αγ. Γεωργίου κ.λπ.).

    Από τους διάφορους τύπους σημαιών δεν άλλαξε η μορφή (αλλά μόνο το χρώμα) τής πολεμικής σημαίας τής θάλασσας. Στο άρθρο αυτό θα ασχοληθούμε ειδικά με αυτή τη σημαία και τους λόγους, που επιλέχθηκε η συγκεκριμένη της μορφή και τα χρώματα, καθ΄ ότι έχει ταυτισθεί απόλυτα με τήν έννοια του νεοελληνικού έθνους / κράτους και αποτελεί σήμερα την επίσημη -ενιαία γιά όλες τις εκδηλώσεις- σημαία της σύγχρονης Ελλάδας.



Ο Όθων αλλάζει τα χρώματα τής ελληνικής σημαίας,
για να ταιριάζουν με τα χρώματα τής σημαίας τής Βαυαρίας

  Μερικά χρόνια μετά την πρώτη εθνοσυνέλευση, ο νέος βασιλιάς αποφάσισε να αλλάξει το γαλάζιο χρώμα τής σημαίας και να το κάνει πιό σκούρο (λιγότερο γαλάζιο και περισσότερο μπλέ), προκειμένου να ταυτίζεται με τα χρώματα τής σημαίας τής Βαυαρίας (βλ. παραπλεύρως εικόνα), από τον βασιλικό οίκο τής οποίας προερχόταν ο Όθων.
.
  
       


Ο αγγλόφιλος Μαυροκορδάτος αντιγράφει
τη σημαία των άγγλων αποικιοκρατών
     Περισσότερο ενδιαφέρον όμως, παρουσιάζει ο λόγος, γιά τον οποίο ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος είχε επιλέξει τη συγκεκριμένη μορφή γιά τη σημαία. Ο Μαυροκορδάτος, τόσο κατά τη διάρκεια της επανάστασης, όσο και επί Όθωνα ήταν ο κύριος εκφραστής τής αγγλικής πολιτικής. Επέλεξε λοιπόν ως μορφή τής ελληνικής σημαίας τη σημαία τής περιβόητης αποικιοκρατικής British East India Company, τής -υπό την αιγίδα τού αγγλικού κράτους- εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών.
     Μιάς εταιρείας, η οποία καταλήστευσε τον πλούτο τής Ινδίας (βαμβάκι, αλάτι κ.λπ.). Μιά εξέγερση Ινδών το 1857 καταπνίγηκε στο αίμα με μαζικές δολοφονίες αμάχων. Η εταιρεία πλούτισε ακόμα περισσότερο από το λαθρεμπόριο οπίου με την Κίνα. Το όπιο, που παραγόταν στις Ινδίες με ελάχιστο κόστος, διοχετευόταν στην Κίνα μέσω διεφθαρμένων κρατικών μηχανισμών, όπου ανταλλασσόταν κυρίως με τσάι και μετάξι, προϊόντα, που έβρισκαν έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον στην Αγγλία. Η αντίδραση τής Κίνας στο λαθρεμπόριο οπίου τής East India Company οδήγησε το 1839 τις δύο χώρες σε πόλεμο.

Η εικονιζόμενη σημαία ήταν τής East India Company (1700). Aποτελείτο αρχικά από έξη κόκκινες και πέντε λευκές οριζόντιες λωρίδες, που αργότερα μειώθηκαν σε πέντε και τέσσερις αντίστοιχα. Ο σταυρός επάνω αριστερά είναι τού Αγίου Γεωργίου και συμβολίζει το Βασίλειο τής Αγγλίας. Η σημειολογική πλευρά τής επιλογής τής μορφής τής σύγχρονης ελληνικής σημαίας, που έγινε από τον εκφραστή τής αγγλικής πολιτικής, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, ήταν η ανάδειξη τής χώρας -πριν ακόμη απελευθερωθεί από τους οθωμανούς- σε προτεκτοράτο των Άγγλων…



    Διάφοροι ανατολικοί λαοί έκαναν χρήση σημαιών· όπως γιά παράδειγμα αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη: «Ας στρατοπεδεύωσιν οι υιοί Ισραήλ έκαστος πλησίον τής σημαίας αυτού μετά τού σημείου τού οίκου των πατέρων αυτών κύκλω τής σκηνής του μαρτυρίου». («Αριθμοί», β: 1-2). Οι αρχαίοι Έλληνες τουλάχιστον μέχρι την κλασική εποχή (όπως άλλωστε και κάθε ελεύθερος άνθρωπος), δεν χρησιμοποιούσαν σημαίες, όπως σήμερα, αφού δεν είχαν ανάγκη να σέρνονται σαν πρόβατα στη σφαγή, πίσω από «σύμβολα». Αυτό δεν οφειλόταν, στο ότι… οι σημαίες δεν είχαν ακόμη εφευρεθεί -χρησιμοποιούνταν ενίοτε σημαίες, γιά να δηλώνουν όμως, διαταγές κατά τη διάρκεια των μαχών- αλλά, στο ότι διαμόρφωναν οι ίδιοι (και όχι μέσω «εξηγητών») τα σημαίνοντα και σημαινόμενα των πολιτειών τους, έτσι ώστε να μην χρειάζονται «συμβολοποιήσεις», «επεξηγήσεις» και άλλες μαντροποιήσεις. Ευρύτερη χρήση σημαιών εμφανίστηκε σταδιακά με το θάνατο τού πολιτικού ανθρώπου, από την επικράτηση των Μακεδόνων κι ύστερα (οπότε θάφτηκε και η πολιτική αυτονομία των πόλεων κι οι άνθρωποι άρχισαν να κοπαδοποιούνται), κατά τη ρωμαιοκρατία, ενώ άκμασε κατά το βυζαντινό μεσαίωνα.



Αφρίζουν οι ρωμιοί υπερπατριώτες κάθε φορά, που ένα κομμάτι τής κοινωνίας αποφασίζει να δείξει έμπρακτα την αποστασιοποίησή του από το κοινωνικό μαντρί τού «πατριωτισμού»/εθνικισμού.



     Μέσα στο παραλήρημά τους, οι ντοπαρισμένοι από το πατριωτικό ναρκωτικό, ελληναράδες, αγνοούν παντελώς την αρχαιοελληνική έννοια τής πατρίδας, όχι ως απλού εδαφικού χώρου, αλλά ως κατ΄ εξοχήν πολιτικού χώρου έμπρακτης κοινωνικής ευημερίας για όλους.
     Αγνοούν επίσης ότι η σημαία, ο εθνοποιητικός αυτός μηχανισμός (όπως είναι κι ο εορτασμός επετείων, οι παρελάσεις, οι εκφωνήσεις λόγων κ.λπ., βλ. Τα έθνη επινοούνται και κατασκευάζονται), που τούς έχουν δώσει, για να κάθονται μπροστά του προσοχή σαν πειθήνια και καλοκουρδισμένα αυτόματα, δεν στοχεύει σε τίποτε άλλο από τον διαρκή έλεγχο των αντανακλαστικών τους.
     Όσον αφορά δε στο αίμα, που έχει χυθεί γιά την ελληνική σημαία και ειδικότερα για το ΄40, αποτελεί μύθο η εκούσια «ηρωική» εμπλοκή μας στο αιματοκύλισμα, η οποία έγινε λόγω του ότι η Ελλάδα ήταν έρμαιο της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής. Αντιγράφουμε από το άρθρο αυτό:  «Σε αντίθεση με τους πολιτικάντηδες και τους πάτρωνές τους, που γνώριζαν εξ αρχής τα πάντα, αυτός που δεν γνωρίζει τίποτα είναι -ως συνήθως- ο «κυρίαρχος» λαός, που αποδεκατίστηκε για «ιδεώδη», τα οποία πρώτοι και καλύτεροι τα «γράφουν» στα παλαιότερα των υποδημάτων τους, αυτοί που τόν έχουν βάλει να τα απαγγέλει σαν ποιηματάκια στις εθνικές επετείους, ή να τα ανεμίζει στις παρελάσεις. Όταν ο ηρωισμός δεν έχει πραγματικό λόγο ύπαρξης, οι δάφνες «ηρωισμού» και «αυταπάρνησης», που οι δήμιοι απονέμουν στους σφαγμένους είναι ειρωνείες, που τα θύματα απλώς δεν τις αντιλαμβάνονται... Η μεγαλύτερη ντροπή και αυτοεξευτελισμός είναι το να τιμάς με «εθνικές» επετείους -και έτσι να διαιωνίζεις- την προσωπική και συλλλογική σου θυματοποίηση».
     Όπως έλεγε κι ο Ινδός φιλόσοφος, Όσσο (βλ. Όσσο: «Θέλω να βγάλω την τρέλα από μέσα σας...»): «Θυσίασε τον εαυτό σου για κάθε ηλίθια ιδέα· για τη σημαία, για ένα κομμάτι ύφασμα. Θυσίασε τον εαυτό σου για το έθνος, που είναι απλώς κάτι φανταστικό, επειδή η γη δεν είναι πουθενά χωρισμένη σε έθνη. Είναι η πονηριά των πολιτικών, που χωρίζει τη γη πάνω στο χάρτη. Θυσιάζεσαι για γραμμές, που είναι ζωγραφισμένες πάνω στο χάρτη!»




   Η αγγλοβαυαρική σημαία τού νεοελληνικού προτεκτοράτου, μαρκαρισμένη με τον χαρακτηριστικό χριστιανικό σταυρό, δεν συμβολίζει τίποτε άλλο από το θρησκευτικό προσανατολισμό τού σύγχρονου νεοελληνικού κρατιδίου, τον επιβιώσαντα κοτσαμπασισμό τού Βυζαντίου και τής Τουρκοκρατίας και το χρέος υποταγής (μέχρι θανάτου) των Ρωμηών σε αυτά. Δεν πρόκειται επομένως γιά σύμβολο ελευθερίας, αλλά σκλαβιάς...




Από ''Ελεύθερη έρευνα ''  http://www.freeinquiry.gr/pro.php?id=1333

Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2017

Τι είναι η φιλοσοφία;

Αν θα έθετα την ερώτηση αυτή σε κοινό είμαι σίγουρος ότι οι περισσότερες απαντήσεις που θα έπαιρνα θα ήταν ποικίλες και πιστέψτε με, τόσο διαφορετικές η μια από την άλλη. Ίσως, το μόνο κοινό που θα είχαν, θα ήταν η ετυμολογία της λέξης, ότι η φιλοσοφία είναι για παράδειγμα η φιλία, δηλαδή η αγάπη, για τη σοφία. Όμως αυτό δεν λέει τίποτα αφού και στη «σοφία» ο καθένας θα έδινε μια διαφορετική ερμηνεία. Αυτή η σχετικότητα των εννοιών δημιουργεί παρανοήσεις. Οι έννοιες για την ίδια λέξη είναι πολλές και διαφορετικά τις αντιλαμβάνεται ο καθένας, γιατί ο καθένας σκέπτεται διαφορετικά. Γι’ αυτό και στην αρχαία ελληνική οι διάφορες φιλοσοφικές σχολές ονομάστηκαν «αιρέσεις». Αίρεση σημαίνει τρόπος του σκέπτεσαι, προαίρεση, σχολή
  Ο Επίκουρος τόνιζε ότι, ανάμεσα στους συνομιλητές, για κάθε λέξη πρέπει να αποδίδουμε την ίδια έννοια διαφορετικά δεν θα μπορούμε να συνεννοηθούμε.
Δεν είχε άδικο. Οι περισσότερες παρανοήσεις γίνονται επειδή δεν τηρούμε αυτόν τον κανόνα, ακόμα κι όταν λέμε τα ίδια πράγματα και διαφορετικά τα εννοούμε ή εννοούμε τα ίδια και με διαφορετικές λέξεις τα αποδίδουμε.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τη λέξη «σοφία» που αναφέραμε πιο πάνω. Κάποιοι θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τη λέξη «σοφία» με την «αλήθεια» δηλώνοντας ότι φιλοσοφία είναι η αγάπη, η αναζήτηση δηλαδή της αλήθειας. Όμως τι είναι αλήθεια; Σίγουρα και εδώ έχουμε μία σχετική έννοια. Διαφορετικά αντιλαμβάνεται ο καθένας την αλήθεια ή μήπως έχω άδικο;
Η γνώμη του καθένα είναι διαφορετική και σύμφωνη με τον τρόπο που σκέπτεται, τη σχολή δηλαδή που ακολουθεί, βλέπει το ίδιο πράγμα από διαφορετική γωνία και η επικοινωνία μας γίνεται πολλές φορές από δύσκολη μέχρι ακατανόητη. Και επειδή οι γνώμες με το χρόνο αλλάζουν γι αυτό συνεχώς επισημαίνω ότι η γνώμη μας γι αυτό δηλαδή που θεωρούμε αληθινό, είναι όχι μόνο σχετικό αλλά και ιστορικά καθορισμένο. Οι αναγνώστες του blog το ξέρουν καλά αυτό. Όσοι δεν αντιλαμβάνονται τι λέμε ας ρίξουν μια ματιά εδώ «Τι είναι η αλήθεια;»[http://epic-atheist.blogspot.gr/2010/02/blog-post_25.html].
Ακριβώς αυτή η θέση, φιλοσοφικά, με καθιστά απέναντι σε κάθε δόγμα.

        Τι είναι όμως δόγμα;
Η απόλυτη γνώμη! Η γνώμη που στο χρόνο παραμένει πάντα η ίδια είναι αναχρονιστική και ξεπερασμένη και γι’ αυτό ακριβώς είναι αυθαίρετη!
Η αλήθεια είναι ζωντανή και γι αυτό είναι σχετική και ιστορικά καθορισμένη. Κάθε μέρα εμπλουτίζεται με νέα στοιχεία, με νέες αναλύσεις, από το δάσκαλο στο μαθητή και μέρα με τη μέρα γίνεται όλο και πληρέστερη, αποβάλλοντας κάτι που θεωρήθηκε λανθασμένα στο παρελθόν ή εισάγοντας νέα στοιχεία εμπλουτίζοντας το περιεχόμενό της στο διηνεκές.
Ας δώσουμε και έναν ορισμό για την έννοια: Σαν σκέψη, είναι το ανώτερο προϊόν του εγκεφάλου που αντανακλά γενικευμένα τα αντικείμενα και τα φαινόμενα της πραγματικότητας. Μέσω των εννοιών λοιπόν, σκεπτόμενοι, απεικονίζουμε γραπτά ή σε γλωσσική μορφή την πραγματικότητα του κόσμου και αυτό ακριβώς είναι που σηματοδοτεί την ακριβολογία των εννοιών.
Μμ, αυτός ο διαλογισμός πιο πάνω μου φαίνεται βοηθάει προκειμένου να αντιληφτούμε, μέσω της σοφίας και της αλήθειας, της αίρεσης και του δόγματος, της γνώμης και της γνώσης, τι είναι φιλοσοφία.
Πολλοί νομίζουν ότι η φιλοσοφία είναι οι όμορφες φράσεις, όπως «αγάπη σημαίνει να μην αναγκαστείς να ζητήσεις ποτέ συγνώμη» ή «τα δάκρυα είναι σαν τα διαμάντια, γι’ αυτό μην τα χαρίζεις σε όσους δεν τ’ αξίζουν».
Όχι, όχι!
Η φιλοσοφία είναι άλλο πράγμα.
Πριν δώσουμε έναν γενικό ορισμό, ας πούμε και δυο λόγια για τη γέννηση της φιλοσοφίας.          
                 
                                                                                                                                                                    Από την εποχή του Διογένη Λαέρτιου είχε τεθεί το ερώτημα. Στους «Βίους φιλοσόφων» ο Διογένης έγραφε: για όσους δεν έχουν αντιληφθεί η φιλοσοφία στην Ελλάδα γεννήθηκε και οι ξένοι πλανώνται αν έχουν διαφορετική γνώμη αφού ακόμα και το όνομά της, στη γλώσσα τους αδυνατούν να αλλάξουν. Επίσης πρέπει να ξέρουν ότι τα επιτεύγματα των Ελλήνων χάρη της φιλοσοφίας τους επιτεύχθηκαν. Οι έλληνες πρώτο φιλόσοφο θεωρούσαν τον Αναξίμανδρο (610-540) που ήταν μαθητής ενός εκ των επτά σοφών της αρχαιότητας του Θαλή του Ίωνα από τη Μίλητο (624-547).
Ο Θαλής ήταν εμπνευστής της γεωμετρίας και της αστρονομίας ενώ ο Αναξίμανδρος διάδοχος της πρώτης Φιλοσοφικής Σχολής των Φυσιοκρατών (Υλιστών) που θεωρούσε πρώτη αρχή του κόσμου το Άπειρο, σαν απροσδιόριστη ύλη που ήταν αγέννητη, άφθαρτη και αθάνατη που βρίσκεται σε αιώνια και αδιάκοπη κίνηση. Ο Ηράκλειτος (540-480) έμεινε στην αιωνιότητα με την περίφημη φράση του που σαν αξίωμα και σήμερα χρησιμοποιούμε. Ναι, «τα πάντα ρει» και σ’ αυτό κανένας δεν διαφωνεί! 

  

Δεν χρειάζεται νομίζω να πούμε τίποτε περισσότερο. Οι πρώτες αρχές, σαν αξιώματα, που σήμερα η Επιστήμη χρησιμοποιεί, από τότε είχαν μπει.
Τώρα μπορούμε, νομίζω, να δώσουμε ένα γενικό ορισμό, τι εννοούμε φιλοσοφία, χωρίς να παρεκκλίνουμε εννοιολογικά από εκείνους που πρώτοι προσπάθησαν να πάρουν απαντήσεις ρωτώντας, όχι το Ιερατείο ως έκαναν οι ποιητές των μύθων, αλλά από τη φύση την ίδια, περνώντας ομαλά από το μύθο στο λόγο και τη σοφία της φύσης, του όλου δηλαδή, αυτό που λέμε αντικειμενική πραγματικότητα.
Φιλοσοφία είναι η προσπάθεια του ανθρώπου να ανακαλύψει την αλήθεια των όντων (αυτών που υπάρχουν δηλαδή) και των φαινομένων της πραγματικότητας. Επίσης πρέπει να γνωρίζουμε ότι η επιστήμη είναι εκείνη που μελετά το σύνολο των φαινομένων της ύλης σε σχέση με την κίνηση και τις διάφορες μορφές των μετατροπών της.
Ανάμεσα στους δυο αυτούς ορισμούς φαίνεται μία ουσιαστική σύνδεση όπου η επιστήμη και η φιλοσοφία συνδέονται, γιατί η μια στηρίζει την άλλη. Αν ανάμεσα στις δύο χαθεί αυτή η σχέση τότε σημαίνει ότι η μια από τις δυο διατυπώνεται  λανθασμένα. Η φιλοσοφία, που μπορεί αυτό να το κάνει καλύτερα, είναι ο Διαλεκτικός Υλισμός.

   
Από την αρχαιότητα, όταν ο άνθρωπος αποφάσισε να φιλοσοφήσει, φιλοσόφησε υλιστικά (φυσιοκρατικά) προσπαθώντας να εξηγήσει τον κόσμο. Οι πρώτοι Έλληνες στοχαστές της Φυσιοκρατικής σχολής της Μιλήτου απομυθοποίησαν τον κόσμο δίνοντας εξηγήσεις θεμελιώνοντας έτσι την πρώτη θεωρητική γνώση. Έκτοτε η φιλοσοφική σκέψη, όταν είναι επιστημονική, τεκμηριώνει το επιστημονικό πείραμα και η επιστήμη με τη σειρά της επιβεβαιώνει το φιλοσοφικό στοχασμό. Ο ένας δηλαδή συμπληρώνει τον άλλον. Οι Επιστήμες γεννούν τις επιστημονικές έννοιες με το πείραμα ή με την εξήγηση του φαινομένου και η φιλοσοφία αναλύει σε βάθος τις έννοιες που χρησιμοποιεί η επιστήμη.
Αυτός είναι ο λόγος που στο blog αυτό με τόσο ζήλο προσπαθώ να συνδέσω τη φιλοσοφία με την επιστήμη. Όμως, όπως και πιο πάνω αναφέρθηκε, ανάμεσα στις σχολές που αυτό μπορεί να το κάνει καλύτερα, μόνο μία μπορεί: ο Διαλεκτικός Υλισμός, γιατί μόνο αυτός απορρίπτει τις Ιδεαλιστικές σχολές που βρίσκονται σε ολοκληρωτική αντίθεση με την επιστημονική νομιμότητα. Για να αντιληφθεί κανείς τις ουσιαστικές και καθολικές αντιθέσεις ανάμεσα στον Υλισμό και Ιδεαλισμό πρέπει να αναγνωρίσει αυτό που στη φιλοσοφία λέγεται «Βασικό ζήτημα (ή πρόβλημα) της φιλοσοφίας. Περισσότερα για το θέμα αυτό, για να μην επαναλαμβάνομαι εδώ: Τα δυο στρατόπεδα της φιλοσοφίας.[http://epic-atheist.blogspot.gr/2008/01/blog-post_08.html].


   

Πέρα απ όσα είπαμε ως εδώ, ο ψαγμένος αναγνώστης του Διαλεκτικού Υλισμού ας γνωρίζει τις σημαντικότατες αλήθειες της φιλοσοφίας που διάσπαρτα στο blog αυτό με έμφαση θίγω συνεχώς.
Να μερικά ψήγματα που έχουν ειδικό βάρος στην έρευνά μας: 


 Η φιλοσοφία δεν είναι φλυαρία περί ανέμων και υδάτων που εντυπωσιάζουν με ωραίες φάσεις τον αναζητητή της αλήθειας.
Όταν φιλοσοφούμε κυρίως πρέπει να αναφερόμαστε στην αντικειμενικότητα του κόσμου μας. Γι αυτό πρέπει να γνωρίζουμε ότι η φιλοσοφία και η επιστήμη συνδέονται στενά και γι αυτό πρέπει να έχουν κυρίως πρακτική αξία.


  Ο κόσμος μας είναι υλικός.
Η ύπαρξη αναφέρεται στο «είναι», το πνεύμα στη «νόηση» έχοντας πάντα υπ όψιν ότι το πνεύμα είναι παράγωγο της ύλης. Η γνώση λοιπόν και η πρακτική, αποτελεί την άμεση απόδειξη ότι ο κόσμος μας είναι αντικειμενικός και υπάρχει ανεξάρτητα από εμάς.
Γι αυτό αναγκαίο είναι να γνωρίζουμε ότι το Είναι ταυτίζεται με τη Φύση.


  Ο κόσμος μας γίνεται γνωστός με τη βοήθεια, όχι μόνον των περιορισμένων αισθητηρίων μας, αλλά και μέσω των επιστημονικών οργάνων. Και αυτών που ανακαλύψαμε και εκείνων που θα ανακαλυφτούν στο μέλλον. Γι’ αυτό και η γνώση ή αυτό που σήμερα αναγνωρίζουμε σαν αληθές είναι, όχι μόνο σχετικό, άλλα και ιστορικά καθορισμένο και δεν αποκτιέται μόνο με τη μάθηση αλλά μέσω της πρακτικής γίνεται οργανικό στοιχείο της ανθρώπινης δραστηριότητας!
Αυτός είναι ο λόγος που η γνώση αποκομμένη από την πρακτική γίνεται το πολύ - πολύ μία φιλολογία ή καλύτερα μία ανούσια ιδεαλιστική φιλοσοφία.


  Ο Ιδεαλισμός βρίσκεται σε μεγαλειώδη αντίφαση με την αντικειμενικότητα του κόσμου μας. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια φλυαρία που μας αλλοτριώνει, παραμορφώνοντας τον κόσμο μας αντιστρέφοντας τη λογική.


  Η φιλοσοφία αναλύει και διατυπώνει τους γενικούς νόμους της κίνησης της ύλης. Η επιστήμη εξιχνιάζει τους νόμους του ειδικού που αποτελούν μία αδιάσπαστη ενότητα, την ενότητα του γενικού με το ειδικό, τη θεωρία δηλαδή με την πράξη. Έτσι, η φιλοσοφία ερμηνεύει ολόκληρη την ιστορική πορεία της επιστήμης και μέσα από τη Διαλεκτική καταφέρνει να ξεπεράσει τους φιλοσοφικούς σκοπέλους των επιστημολογικών σφαλμάτων που συχνά εμφανίζονται στην πορεία για την κατανόηση της φύσης και του κόσμου γενικότερα.


  Ο κόσμος μας στην κυριολεξία βρίσκεται σε ένα αέναο γίγνεσθαι.
«Τα πάντα ρει» έλεγε ο Ηράκλειτος και η αλήθεια αυτή είναι τόσο σωστή που η επιστήμη στην γενικότητα αυτή στηρίχτηκε ώστε η Διαλεκτική να γίνει η έκφραση της κίνησης της πραγματικότητας. Η φύση διαρκώς αλλάζει. Η μια μορφή της ύλης περνά σε άλλη, συνεχώς κινείται και μετασχηματίζεται.


  Τίποτε δεν χάνεται, όπως και τίποτα από το τίποτε δεν γεννιέται. Ακόμα και σήμερα, επιστημονικά σαν αρχή, στηριζόμαστε στην διατήρηση της ενέργειας και φιλοσοφικά, σαν αξίωμα, δεχόμαστε την αφθαρσία της ύλης.
Ναι, ο κόσμος μας είναι αντικειμενικός, η ύλη αυθύπαρκτη και ο χρόνος άπειρος, χωρίς αρχή και τέλος.


  Η ζωή, αποτέλεσμα μακροχρόνιων χημικών αντιδράσεων και διαδικασιών της ανόργανης ύλης, κατάφερε να αυτοοργανωθεί σε πολυσύνθετους οργανισμούς, δίνοντας αντίγραφα του εαυτού της.
Πράγματι, η διαλεκτική σχέση του «δυνάμει και του ενεργεία» δείχνουν ότι η ύλη μπορεί να αυτοοργανώνεται όλο και πιο πολύ, σε μία ανεξάντλητη πολυμορφία, που το εξελικτικό της αποτέλεσμα αδυνατούμε και να φανταστούμε.
Γι αυτό ακριβώς πιστεύουμε ότι η συνείδηση, ο νους, το πνεύμα δηλαδή, σαν δραστηριότητα του εγκεφάλου, είναι παράγωγο της ύλης.


  Η ζωή και η συνείδηση, πρέπει να το αντιληφθούμε καλά, δεν προϋποθέτουν κανένα δημιουργό.
Από τη στιγμή που διαμορφώνονται οι συνθήκες εκείνες που ευνοούν τη ζωή, η ζωή αναπόφευκτα θα εμφανισθεί! Η ζωή, με τη σειρά της, θα επηρεάσει το περιβάλλον και αυτό με τη σειρά του θα γεννήσει νέες μορφές ζωής.
Μέσω της φυλογένεσης θα εμφανιστούν νέα είδη. Ο ανταγωνισμός θα εξαφανίσει τα περισσότερα, όμως οι νικητές θα επιβιώσουν και θα εξελιχθούν!


  Μέσα από τις λίγες αυτές γραμμές θέλω να δείξω ότι η ύλη συνεχώς κινείται. Αυτοοργανώνεται. Εμφανίζονται και εξαφανίζονται ποικίλες μορφές που και αυτές είναι ιστορικά καθορισμένες. Τίποτε δεν γεννήθηκε όπως το ξέρουμε. Τίποτε δεν θα χαθεί χωρίς να προκαλέσει ένα νέο συμβάν.
Το παλιό διαδέχεται το καινούριο. Ο κόσμος συνεχώς αλλάζει σε ένα αέναο γίγνεσθαι.


 Οι νόμοι είναι αυστηροί σαν τα μαθηματικά, όμως κι αυτοί σαν ενδογενής δυνατότητα της ύλης, δημιουργημένοι από την αναγκαιότητα της φύσης.
Έκφραση του τυχαίου και του αναγκαίου είναι ο κόσμος μας και η εξέλιξη μια στιγμή της αέναης νομοτελειακής κίνησης στον κόσμο της αντικειμενικής πραγματικότητας. 


  Τέτοια είναι η Διαλεκτική Φιλοσοφία στην οποία βρίσκουμε την αρμονική συνύπαρξη των αντιθέτων.
Η έκφραση της ενότητας και της πάλης των αντιθέτων είναι η ουσία της Διαλεκτικής!




            



Ουσία και αντικείμενο της μαρξιστικής φιλοσοφίας

 του Παναγιώτη Γαβάνα Ένα από τα βασικά ζητήματα που είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί στην αρχή αυτής της σειράς άρθρων που παρουσιάζουμε ανα...