Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2017

Η ακεραιότητα και η μονολιθικότητα του μαρξιστικού φιλοσοφικού υλισμού

Τα βασικά χαρακτηριστικά του μαρξιστικού φιλοσοφικού υλισμού διατυπώθηκαν από τον Μαρξ και τον Ένγκελς.Στο έργο του ο Β.Ι. Λένιν επεξεργάστηκε παρά πέρα τα βασικά αυτά χαρακτηριστικά.Στο έργο του Ι. Β. Στάλιν ''Για το διαλεκτικό και ιστορικό υλισμό'' δίνεται η ανάπτυξη και η συστηματική έκθεση των βασικών χαρακτηριστικών του μαρξιστικού φιλοσοφικού υλισμού.

Το πρώτο χαρακτηριστικό του μαρξιστικού φιλοσοφικού υλισμού μιλά για την υλικότητα του κόσμου και απορρίπτει την ιδεαλιστική, θρησκευτική αντίληψη για ύπαρξη εντεύθεν και επέκεινα κόσμου.Η ενότητα του κόσμου συνίσταται στην υλικότητά του, δηλαδή στο ότι όλες οι ποικιλίες του υπαρκτού αποτελούν διαφορετικές μορφές κίνησης της ύλης.Τα αντικείμενα, τα φαινόμενα είναι από τη φύση τους υλικά, καθώς και οι νομοτέλειες που διέπουν την κίνηση, την αλλαγή, την εξέλιξη γιατί οι νομοτέλειες αυτές δεν αποτελούν κάποια υπερφυσικά θεσπίσματα, αλλά ορισμένες μορφές αλληλουχίας, αλληλοκαθορισμού των φαινομένων.

Αν το πρώτο χαρακτηριστικό του μαρξιστικού φιλοσοφικού υλισμού απαντά στο ερώτημα : τι είναι ο κόσμος, το δεύτερο χαρακτηριστικό απαντά στο ερώτημα : σε ποια σχέση βρίσκονται μεταξύ τους τα υλικά και τα πνευματικά φαινόμενα.Η ύλη είναι το πρωτεύον, η συνείδηση το δευτερεύον, δηλαδή η συνείδηση αποτελεί προϊόν μακρόχρονης εξέλιξης της ύλης ' η συνείδηση είναι αναπόσπαστη από την ύλη όντας λειτουργία της σε υψηλό βαθμό οργανωμένης ύλης,αντανάκλαση της αντικειμενικής πραγματικότητας.

Ο μαρξιστικός φιλοσοφικός υλισμός δίνει απάντηση στη δεύτερη πλευρά του βασικού ζητήματος της φιλοσοφίας, αποκαλύπτοντας τη γνωσιολογική σχέση της συνείδησης προς την αντικειμενική πραγματικότητα, αποδείχνοντας τη γνωσιμότητα του κόσμου και των νομοτελειών του και δείχνοντας το δρόμο της επιστημονικής γνώσης.Η μαρξιστική φιλοσοφία αποδεικνύει ότι τα δεδομένα της αισθησιακής αντίληψης είναι πηγή γνώσης του εξωτερικού κόσμου, πηγή απ' όπου ξεκινά η αφηρημένη νόηση.Οι θέσεις αυτές ξεκαθαρίζονται στο τρίτο χαρακτηριστικό του μαρξιστικού φιλοσοφικού υλισμού.


Απόσπασμα από το βιβλίο ''Διαλεκτικός Υλισμός'', Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ, σελ. 298-299 

Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2017

Θρησκεία και εκκλησία : η υλιστική - μαρξιστική εξήγηση και κριτική τους και η αντιθρησκευτική πάλη

Η θρησκεία, όπως και οι άλλες μορφές της κοινωνικής συνείδησης, γεννήθηκε κάτω από ορισμένους όρους της κοινωνικής ζωής των ανθρώπων. Παρά τους ισχυρισμούς των θεολόγων και των ιδεαλιστών, έχει αποδειχθεί από καιρό ότι η ιδέα του θεού δεν είναι έμφυτη ιδέα και ότι γενικά δεν υπάρχουν κανενός είδους έμφυτες ιδέες, ούτε θρησκευτικές, ούτε ηθικές, ούτε φιλοσοφικές, ούτε άλλες.

Όπως αποδείχνουν οι ιστορικές έρευνες, η θρησκεία δεν είναι αιώνια. Στα πρώτα στάδια ανάπτυξης της πρωτόγονης κοινωνίας δεν υπήρχε θρησκεία. Οι αντιλήψεις των πρωτόγονων ανθρώπων δεν είχαν βγει ακόμα από τα όρια της άμεσης αντανάκλασης των σχέσεών τους με τη φύση και με τα μέλη της πρωτόγονης κοινωνίας. Οι εξαιρετικά σκληρές συνθήκες ζωής, η αδυναμία στον αγώνα με τη φύση, ο φόβος μπροστά στις αυθόρμητες και τρομερές δυνάμεις, από τις οποίες εξαρτιόταν η ζωή των ανθρώπων, το σκοτάδι, η άγνοια των πραγματικών αιτιών των φυσικών φαινομένων γέννησαν τη θρησκεία, τις φανταστικές αντιλήψεις για υπερφυσικά όντα, που διευθύνουν τις τύχες των ανθρώπων, την πίστη στους θεούς και την υποταγή σ'αυτούς.

Με την εμφάνιση της ταξικής κοινωνίας και των αντιφάσεών της προς τις δυνάμεις της φύσης, που κυριαρχούσαν πάνω στους ανθρώπους, ενώθηκαν οι όχι λιγότερο τρομερές κοινωνικές δυνάμεις, που προξένησαν στους ανθρώπους ακόμα περισσότερα δεινά από τις πλημμύρες, τους σεισμούς, τις επιδημίες κλπ. Αυτές οι κοινωνικές δυνάμεις ήταν για τους ανθρώπους τόσο μυστικές και αινιγματικές, όπως και οι αυθόρμητες δυνάμεις της φύσης που κυριαρχούσαν πάνω σ' αυτούς.
Στην ταξική κοινωνία βασικές ρίζες της θρησκείας έγιναν οι σχέσεις της εκμετάλλευσης και του κοινωνικού ζυγού. Οι κυρίαρχες εκμεταλλευτικές τάξεις χρησιμοποιούν τη θρησκεία, την εκκλησία σαν πνευματικό όπλο εδραίωσης του ταξικού ζυγού, της εκμετάλλευσης. ''Δούλοι, υπακούετε στους κυρίους σας'', αυτή η θρησκευτική εντολή στο όνομα του θεού εμπνέει στους καταπιεζόμενους υποταγή και ταπεινότητα απέναντι στους καταπιεστές.


Η ιστορία της θρησκείας δείχνει ότι οι αντιλήψεις των ανθρώπων για τους θεούς στα διάφορα στάδια της κοινωνικής ανάπτυξης, ήταν διαφορετικές. Στην κοινότητα του γένους υπήρχε μια μορφή θρησκείας, ο τοτεμισμός, δηλαδή η πίστη των ανθρώπων ότι συγγενεύουν με ορισμένα ζώα ή φυτά και η λατρεία αυτών των ζώων ή φυτών. Αυτή η αρχική μορφή θρησκείας, εξέφραζε φανταστικά τις σχέσεις των ανθρώπων προς αυτά τα ζώα ή φυτά, που έπαιζαν ουσιαστικό ρόλο στη ζωή και στη δράση της κοινότητας του γένους. Τις σχέσεις συγγένειας αίματος μέσα στο γένος, ο πρωτόγονος άνθρωπος τις μετέφερε και στη γύρω φύση, στα ζώα και τα φυτά.

Στα μεταγενέστερα στάδια του καθεστώτος των γενών, κατά την περίοδο της αποσύνθεσης τους και της διαμόρφωσης των τάξεων, εμφανίστηκε η λατρεία των θεών των φυλών, σαν φανταστική αντανάκλαση των νέων συνθηκών του κοινωνικού Είναι. Οι θεοί των φυλών δεν ήταν ούτε μοναδικοί, ούτε παντοδύναμοι, η λατρεία τους περιοριζόταν στα πλαίσια της δοσμένης φυλής. Οι ομηρικοί θεοί, που κατοικούσαν στον Όλυμπο, σαν απλοί θνητοί διασκεδάζουν, τσακώνονται, ερωτεύονται, πολεμούν, εξυφαίνουν ραδιουργίες ο ένας κατά του άλλου, υπερηφανεύονται για τις νίκες τους κλπ. Είναι δυνατοί, όχι όμως παντοδύναμοι και από τους ανθρώπους διαφέρουν μόνο γιατί είναι αθάνατοι.

Στην πορεία της διαμόρφωσης των ενώσεων των φυλών και των πρώτων κρατών, από τους θεούς των φυλών ξεχωρίζει η ανώτερη θεότητα και οι άλλες θεότητες υποτάσσονται σ' αυτήν. Ανάλογα με την κοινωνική ιεραρχία δημιουργείται και η ιεραρχία των θεών, η διαίρεση τους σε περισσότερο ισχυρούς και λιγότερο ισχυρούς.

Στις μεγάλες ανατολικές δεσποτικές μοναρχίες αντί για τους πολλούς θεούς δημιουργείται η λατρεία του ενός θεού, στον οποίο μεταφέρονται όλα τα προσόντα των άλλων θεών. Ο θεός ανακηρύσσεται ένας και παντοδύναμος. Σύμφωνα με τα λόγια του Ένγκελς, ο μοναδικός θεός ποτέ δε δημιουργήθηκε χωρίς μοναδικό βασιλιά...ο μοναδικός θεός που ελέγχει τα πολυάριθμα φαινόμενα της φύσης, που συνενώνει τις αντιτιθέμενες δυνάμεις της φύσης, είναι μόνο αντίγραφο του μοναδικού ανατολικού απόλυτου μονάρχη, που φαινομενικά ή πραγματικά συνενώνει τα συγκρουόμενα συμφέροντα των ανθρώπων.

Ωστόσο και στις μονοθεϊστικές θρησκείες [μονοθεϊσμός-ένας θεός] διατηρούνται, κατά κανόνα, τα γνωρίσματα του πολυθεϊσμού [πολλοί θεοί]. Στην χριστιανική θρησκεία, που εμφανίστηκε τον πρώτο αιώνα μ.Χ, στην εποχή της παρακμής της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ο ενιαίος θεός παριστάνεται με τρία πρόσωπα. Πλάι σ' αυτούς λατρεύεται η θεά μητέρα, οι άγγελοι, οι απόστολοι, οι άγιοι κλπ. Η μυθική μορφή του κύριου χριστιανικού θεού, του Χριστού, από τότε που εμφανίστηκε ο χριστιανισμός, υπέστη εξαιρετικά σοβαρές αλλαγές. Οι διάφορες κοινωνικές τάξεις και ομάδες μετέφεραν σ' αυτή τη μορφή, τις αντιλήψεις τους για τη θεότητα. Σύμφωνα με τα λόγια του Κάλτχοφ, ''η μορφή του Χριστού παρουσιάζει πότε τα γνωρίσματα του Έλληνα στοχαστή, πότε του Ρωμαίου καίσαρα, αργότερα παίρνει τα γνωρίσματα του φεουδάρχη άρχοντα, του τεχνίτη μάστορα, του βασανισμένου δουλοπάροικου αγρότη και του ελεύθερου αστού''.

Η θρησκεία εξακολουθεί να υπάρχει και στην καπιταλιστική κοινωνία με την υψηλά ανεπτυγμένη τεχνική της, γιατί η καπιταλιστική κοινωνία δεν εξαφανίζει, αλλά ενισχύει τις κοινωνικές αιτίες ύπαρξης της θρησκείας. Ο Λένιν έγραφε για τις κοινωνικές ρίζες της θρησκείας, στην καπιταλιστική κοινωνία : '' Η κοινωνική καταπίεση των εργαζομένων μαζών, που εμφανίζεται σαν πλήρης αδυναμία τους μπροστά στις τυφλές δυνάμεις του καπιταλισμού, που προκαλεί κάθε μέρα και κάθε ώρα χίλιες φορές περισσότερο πιο σκληρά δεινά πιο άγρια βασανιστήρια στους απλούς εργαζόμενους ανθρώπους, από εκείνα που προκαλούν οι πόλεμοι,οι σεισμοί κλπ, να πού βρίσκεται η πιο βαθιά σύγχρονη ρίζα της θρησκείας.''.

Η θρησκεία χρησιμοποιείται από τις εκμεταλλευτικές τάξεις σαν μέσο πνευματικής υποδούλωσης των μαζών. Η θρησκεία παρηγορεί τους καταπιεζόμενους, τους συμφιλιώνει με την κυριαρχία των εκμεταλλευτών, τους εμπνέει την ταπεινοφροσύνη, την υπακοή και την υποταγή στους κυρίους τους, την περιφρόνηση στα επίγεια αγαθά, για χάρη της ''αιώνιας ευτυχίας'' στους ουρανούς.
Κηρύσσοντας στις μάζες την απάρνηση των επίγειων αγαθών, η θρησκεία απαιτεί από τους κυρίους μόνο φτηνή φιλανθρωπία, που κατά την έκφραση ενός παλιού σοσιαλιστή ''με το κουταλάκι επιστρέφει στα ξεχωριστά άτομα, εκείνο που κερδίζει από τις μάζες με ολόκληρα φτυάρια''.

Η θρησκεία και η εκκλησία δεν επιτρέπουν την ελεύθερη σκέψη. Απαιτούν την απόλυτη υπακοή.
Το πρώτο αμάρτημα, κατά το βιβλικό μύθο, ήταν το ότι ο άνθρωπος έφαγε καρπούς από το απαγορευμένο δέντρο της γνώσης, δηλαδή άρχισε να σκέπτεται. Έτσι παραβίασε τη θέληση του θεού.
Ερμηνευτές της θείας θέλησης είναι οι ιερείς, οι άγιοι, οι υπηρέτες της εκκλησίας. Υποταγή λοιπόν στη θέληση του θεού είναι υποταγή στην εκκλησία, την οποία πάντα οι κυρίαρχες τάξεις έβλεπαν σαν μέσο υπεράσπισης των ταξικών τους συμφερόντων. Όταν όμως άρχιζαν οι καταπιεζόμενες μάζες να ερμηνεύουν όπως αυτές νόμιζαν, τη ''θέληση του θεού'', μπάζοντας σ' αυτές τις αντιλήψεις τους, η κυρίαρχη εκκλησία καταδίωκε θηριώδικα αυτές τις ερμηνείες σαν αιρέσεις. Το μεσαίωνα η καθολική εκκλησία ίδρυσε μυστικό δικαστήριο [την ιερά εξέταση] για τον αγώνα κατά των ''αμαρτωλών'' και έριξε στην πυρά πολλές χιλιάδες ανθρώπους, καθώς και πολλούς εξέχοντες στοχαστές και τα έργα τους.

Η επιστήμη και η θρησκεία είναι ανειρήνευτες. Η θρησκεία και η εκκλησία ήταν και εξακολουθούν να είναι εχθροί της επιστημονικής γνώσης, πράγμα όμως που δεν εμποδίζει ωστόσο το Βατικανό και τις άλλες θρησκευτικές οργανώσεις, να εκμεταλλεύονται την επιστήμη, να κάνουν ψεύτικες προσπάθειες για να ''συμφιλιώσουν'' τις ανακαλύψεις της με τα θρησκευτικά δόγματα.

Η θρησκεία ευλόγησε τη δουλεία και τη δουλοπαροικία, αναθεμάτησε, καταράστηκε εκείνους που προσπαθούσαν να εξαλείψουν τον κοινωνικό ζυγό. Δικαιώνει και το σύστημα της καπιταλιστικής δουλείας, Το 1931 ο τότε ηγέτης της καθολικής εκκλησίας πάπας Πίος ο 11ος, με εγκύκλιό του κήρυσσε τον καπιταλισμό και τη μισθωτή δουλεία σαν θεσμό που αντιστοιχούσε στη θέληση του θεού. ''Οι εργάτες πρέπει να δέχονται χωρίς κακία τη θέση που τους υποδείχνει η θεία πρόνοια'' ανέφερε αυτή η εγκύκλιος. Το 1949 ο πάπας απομάκρυνε από την εκκλησία όλους εκείνους που συμπαθούσαν τον κομμουνισμό και συνεργάζονταν με τους κομμουνιστές.

Η καθολική εκκλησία είναι μια ισχυρή, με πολλά παρακλάδια θρησκευτική και πολιτική οργάνωση, που κατέχει τεράστια κεφάλαια, κινητή και ακίνητη περιουσία. Το κέντρο της, το Βατικανό, είναι μετοχική εταιρία, σωματείο για την πνευματική υποδούλωση και εκμετάλλευση πολλών λαών. Το Βατικανό στήριξε τα φασιστικά καθεστώτα και υποστηρίζει κάθε αντίδραση, είναι ο εμπνευστής των αντιδραστικών συνωμοσιών. Το Βατικανό δια μέσου των χριστιανικών καθολικών κομμάτων και άλλων οργανώσεων εφαρμόζει την αντιδραστική του πολιτική. Με σκοπό την αύξηση της επιρροής της στους εργάτες κα τον αγώνα κατά του κομμουνισμού, η εκκλησία διατύπωσε την πλαστή ιδέα του λεγόμενου ''χριστιανικού σοσιαλισμού''. Όπως η καθολική εκκλησία, έτσι και όλες οι άλλες θρησκείες και εκκλησίες έπαιζαν και παίζουν το ρόλο του ροπάλου στα χέρια των κυρίαρχων εκμεταλλευτικών τάξεων.

Η πρωτοπόρα φιλοσοφική και επιστημονική σκέψη από πολύ παλιά βρισκόταν σε αγώνα κατά της θρησκείας. Σημαντική συνεισφορά, για την απελευθέρωση της συνείδησης των ανθρώπων από τις θρησκευτικές προκαταλήψεις προσέφεραν οι υλιστές φιλόσοφοι της αρχαιότητας, και ιδιαίτερα ο Δημόκριτος, ο Επίκουρος και ο Λουκρήτιος Κάρος, που ανέτρεψαν το θρησκευτικό μύθο για τη δημιουργία του κόσμου από το θεό, για την επέμβαση των θεών στη ζωή της φύσης και των ανθρώπων, για την αθανασία της ψυχής κλπ. Οι παραδόσεις τους συνεχίστηκαν από τους υλιστές των νέων χρόνων, και ιδιαίτερα από το Σπινόζα και τους Γάλλους υλιστές του 18ου αιώνα. Οι τελευταίοι ήταν αποφασιστικοί μαχητές κατά της θρησκείας και της εκκλησίας και έκαναν πάρα πολλά για την απελευθέρωση των πνευμάτων από την εξουσία των θρησκευτικών προκαταλήψεων. Οι παλιοί όμως υλιστές, στην κριτική τους της θρησκείας, δεν στηρίζονταν ακόμα στην υλιστική ερμηνεία της ιστορίας. Οι παλιοί υλιστές θεωρούσαν σαν πηγή της θρησκείας κυρίως την άγνοια των ανθρώπων και την εξαπάτησή τους από τους υπηρέτες της εκκλησίας. Δεν καταλάβαιναν ότι η θρησκεία έχει βαθιές αντικειμενικές αιτίες, που είναι ριζωμένες στο κοινωνικό Είναι των ανθρώπων, και πίστευαν πως θα κατανικούσαν τη θρησκεία μόνο με τη μόρφωση.

Ο μαρξισμός πήρε τη σημαία του μαχόμενου αθεϊσμού των παλιών υλιστών. Ταυτόχρονα τον αγώνα κατά της θρησκείας τον έμπασε σε επιστημονικά κανάλια. Ο μαρξισμός απέδειξε ότι ο αγώνας κατά της θρησκείας στην ταξική κοινωνία δε μπορεί να αναχθεί μόνο στη μόρφωση. Ο αγώνας κατά της θρησκείας πρέπει πρώτ' απ' όλα να είναι αγώνας κατά των κοινωνικών συνθηκών, που γεννούν τη θρησκεία, κατά των κοινωνικών δυνάμεων, που την υποστηρίζουν για την εδραίωση της κυριαρχίας τους, για την καταπίεση των μαζών.


Μ' όλο που οι συνθήκες της καπιταλιστικής κοινωνίας ευνοούν τη διατήρηση των θρησκευτικών προκαταλήψεων [γιατί διατηρούνται οι κοινωνικές ρίζες της θρησκείας] μ' όλο που η κυρίαρχη τάξη υποστηρίζει και καλλιεργεί αυτές τις προκαταλήψεις, ωστόσο και σήμερα ακόμα στις καπιταλιστικές χώρες έχουν καταφερθεί ισχυρά χτυπήματα κατά της θρησκείας από τον αγώνα της εργατικής τάξης και τις επιτυχίες ανάπτυξης της επιστήμης. Η επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα, που διεξάγουν οι πρωτοπόροι φιλόσοφοι και επιστήμονες, ευνοεί την απαλλαγή της συνείδησης των εργαζομένων από τις θρησκευτικές τους προκαταλήψεις.

Στην ΕΣΣΔ, όπου νίκησε πια ο σοσιαλισμός, όπου δεν υπάρχουν εκμεταλλευτικές τάξεις και φτώχεια των μαζών, οι κοινωνικές ρίζες της θρησκείας ξεριζώθηκαν. Η πλειοψηφία των εργαζομένων απαλλάχτηκε από τις θρησκευτικές προκαταλήψεις. Ακόμα όμως στη συνείδηση πολλών ανθρώπων εξακολουθούν να υπάρχουν αυτές οι προκαταλήψεις. Υπάρχουν σαν ριζωμένες συνήθειες, σαν επιβιώσεις που έμειναν από την παλιά κοινωνία. Εκτός από αυτό και στις συνθήκες του σοσιαλισμού, διατηρείται ακόμα σε κάποιο βαθμό η εξάρτηση των ανθρώπων από τις αυθόρμητες δυνάμεις της φύσης [ξηρασία, κακή συγκομιδή, σεισμοί κλπ]. Η απειλή του πολέμου από την πλευρά των ιμπεριαλιστικών κρατών επιδρά κάπως σε ορισμένο τμήμα του πληθυσμού : με τον πόλεμο συνδέονται τα δεινά, ο πόνος, και ο πόνος πάντα έτρεφε τη θρησκεία.

Στην ΕΣΣΔ υπάρχει πλήρης ελευθερία συνείδησης : ελευθερία άσκησης της θρησκευτικής λατρείας και ελευθερία της επιστημονικής αθεϊστικής προπαγάνδας. Αφού ξεριζώθηκαν οι κοινωνικές ρίζες της θρησκείας, βασική μορφή αγώνα κατά της θρησκείας στο σοσιαλισμό, είναι ο ιδεολογικός αγώνας, δηλαδή η επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα, η διάδοση της επιστημονικής κοσμοθεωρίας και η εξήγηση της ζημιάς που προξενούν οι θρησκευτικές επιβιώσεις. Βέβαια, η επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα πρέπει να συνδέεται στενά με την πρακτική οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας.

Η ανάπτυξη και η εδραίωση του σοσιαλισμού, η άνοδος του υλικού και πολιτιστικού επιπέδου της ζωής των εργαζομένων, η συστηματική και θαρραλέα, χωρίς κανένα τραυματισμό των αισθημάτων των πιστών, η επιστημονική αθεϊστική προπαγάνδα σιγά σιγά, βήμα προς βήμα οδηγεί στο ολοκληρωτικό ξεπέρασμα των θρησκευτικών προκαταλήψεων.



Απόσπασμά από το βιβλίο ''Οι βάσεις της μαρξιστικής φιλοσοφίας'', Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ, σελ. 564-568 





Ουσία και αντικείμενο της μαρξιστικής φιλοσοφίας

 του Παναγιώτη Γαβάνα Ένα από τα βασικά ζητήματα που είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί στην αρχή αυτής της σειράς άρθρων που παρουσιάζουμε ανα...