Τρίτη 28 Μαρτίου 2017

Διαλεκτικός υλισμός και Ιδεαλισμός... Η βασική τους αντίθεση… με λίγα και απλά λόγια…

Σε αντίθεση με τον ιδεαλισμό, ο οποίος υποστηρίζει ότι ο κόσμος είναι δημιούργημα
του πνεύματος, δηλαδή της «απόλυτης ιδέας», ο διαλεκτικός υλισμός υποστηρίζει ότι
ο κόσμος δεν είναι δημιούργημα καμιάς «απόλυτης ιδέας», αλλά ότι υπήρχε πάντοτε
και ότι εξελίσσεται με βάση τους αντικειμενικούς νόμους κίνησης της ύλης, πού είναι ανεξάρτητοι από τη θέληση και τη συνείδηση του ανθρώπου.
Ο διαλεκτικός υλισμός ξεκινά από την αρχή ότι όλα τα πράγματα και τα φαινόμενα
στην φύση αποτελούν διάφορες μορφές ύπαρξης της αιωνίως κινούμενης ύλης.

Κοσμάς Λεοντιάδης




Από  http://kmarxism.blogspot.gr/2017/03/blog-post_53.html

Τρίτη 14 Μαρτίου 2017

Το γεγονός της εξέλιξης : Δαρβίνος

Επιχείρησα ώς έδώ νά θεμελιώσω τή θέση κατά τήν όποία ή ζωή είναι δυνατότητα τής ύλης, ή όποία πραγματοποιήθηκε στίς εύνοϊκές συνθήκες τοϋ πλανήτη μας. Ή θέση αύτή έχει σταθερά θεμέλια, άν καί δέν έχει άποδειχτεΐ, σύμφωνα μέ τά τυπικά έπιστημολογικά κριτήρια. Τώρα θά συζητήσουμε όχι μιά θέση, άλλά ένα γεγονός : Τό γεγονός τής έξέλιξης, δηλαδή τής έξέλιξης τής ζωής μέ άφετηρία στοιχειώδεις μορφές: δομές πρίν άπό τό κύτταρο, προκαρυωτικά κύτταρα (χωρίς πυρήνα), εύκαρυωτικά κύτταρα, μονοκύτταρους όργανισμούς, κ.ο.κ.

‘Ιστορία τής έξέλιξης καί ιστορία τών θεωριών της έξέλιξης. Έξέλιξη δέν σημαίνει έπίπεδη συνέχεια χωρίς ποιοτικούς μετασχηματισμούς» χωρίς άλματα. Ταυτόχρονα δέν σημαίνει μηχανιστικές ρήξεις.

Σέ σχέση μέ τήν έξέλιξη τών μορφών τής ζωής, οί φιλόσοφοι προηγήθηκαν ( καί έδώ ) άπό τούς έπιστήμονες. Έπειδή είναι γνωστό ότι οί πρώτοι νόμοι τής νεότερης έπιστήμης ήταν στατικοί : σταθερότητα τών άτόμων, σταθερότητα τοΰ πλανητικού συστήματος, σταθερότητα τών ειδών, κλπ. Σχετικά μέ τή ζωή, ό Λινναΐος ( Carl von Linné, 1707-1778 ) είχε υπερασπιστεί τή σταθερότητα τών ειδών. Σύμφωνα μ’αύτόν υπήρχαν τόσα είδη όσα υπήρχαν στήν άπαρχή τής ζωής. Ό G. Cuvier ( 1769-1832 ), άντίπαλος τοΰ J.B. Lamarck ( 1744-1829 ), έπιχείρησε νά έξηγήσει τό γεγονός της έξέλιξης τών ειδών, διατυπώνοντας τήν υπόθεση τών διαδοχικών καταστροφών. ‘Αλλά ό G.L. Buffon (1707-1788) μιλοΰσε ήδη δειλά γιά έξέλιξη τών ειδών. Κατανοείται συνεπώς τό ότι οί ιδέες του έπικρίθηκαν άπό τή Σχολή Θεολογίας τής Σορβόννης. Ό C.P. Wolf ( 1733-1794 ) ήταν άντίπαλος τής θεωρίας της στασιμότητας τών ειδών καί ό Ch. Lyell ( 1797-1875 ) έπέκρινε τή θεωρία τών διαδοχικών καταστροφών, άνοίγοντας έτσι τό δρόμο προς τή θεωρία τής έξέλιξης. Ό Λάιελ ήταν υπέρ τής θεωρίας τοΰ Δαρβίνου. ‘Αλλά ώς εύσεβής χριστιανός άπέκρουε τήν ιδέα ότι ό άνθρωπος προέρχεται άπό κάποιο ζώο. Εντούτοις, τό 1863, στό βιβλίο του γιά τήν άρχαιότητα τοΰ άνθρώπου, δεχόταν τήν καταγωγή τοΰ άνθρώπου άπό κάποιο είδος πιθήκου.

Οί ιδέες πού άφοροΰν τήν έξέλιξη τών μορφών τής ζωής έχουν μακρά ιστορία. Μιλήσαμε ήδη γιά τούς προσωκρατικούς και ειδικά τούς ‘Ατομικούς. ‘Αλλά καί ό ‘Αριστοτέλης μιλούσε για έξέλιξη καί ό Ιερός Αύγουστίνος ( μέσα 4ου-άρχές 5ου αι.), δπως και ό Θωμάς ό ‘Ακινάτης ( 13ος αϊ.) δέχονταν ότι ό Δημιουργός είχε άφήσει κάποια περιθώρια στήν έξέλιξη. Μετά τούς νεότερους προδρόμους, είναι γνωστό ότι ό Λαμάρκ, μαθητής καί συνεχιστής τοΰ Μπυφφόν, διατύπωσε μιά θεωρία τής έξέλιξης. Οί μεταβολές τοΰ περιβάλλοντος προκαλοΰν, σύμφωνα μ’αύτή τή θεωρία, μεταβολές στους οργανισμούς, οί όποιοι προσαρμόζονται στό περιβάλλον. Όργανα τά όποια είναι ένεργά γίνονται ισχυρότερα, ένώ τά άδρανή άτροφοΰν. ‘Αλλά ήταν άκόμα ένωρίς.

Ωστόσο, κατά τά μέσα τοΰ 19ου αιώνα, ή πρόοδος τών φυσικών έπιστημών είχε δημιουργήσει τις άναγκαίες συνθήκες γιά τή θεωρία τοΰ Δαρβίνου. Σύμφωνα μέ τόν Ζακόμπ: « Κατά τά μέσα τοΰ 19ου αιώνα πραγματοποιείται μιά στροφή στή βιολογία. Σέ λιγότερο άπό είκοσι χρόνια έμφανίζονται, πράγματι, ή θεωρία τοΰ κυττάρου στήν τελική μορφή της, ή θεωρία τής έξέλιξης, ή χημική άνάλυση τών μεγάλων λειτουργιών, ή μελέτη τής κληρονομικότητας, ή μελέτη τών ζυμώσεων, ή ολοκληρωτική σύνθεση τών πρώτων όργανικών ούσιών. Μέ τό έργο τοΰ Βίρχοφ, τοΰ Δαρβίνου, τοΰ Claude Bernard, τοΰ Mendel, τοΰ Παστέρ, τοΰ Berthelot, ορίζονται οί έννοιες, οί μέθοδοι, τά άντικείμενα έρευνας πού βρίσκονται στήν πηγή τής νεότερης βιολογίας ».

Οί καιροί ήταν ώριμοι γιά τή σύσταση τής βιολογίας ώς έπιστήμης, καί γιά τή θεωρία τής έξέλιξης ειδικότερα. Δέν είναι συνεπώς τυχαίο δτι ό A.R. Wallace ( 1823-1913) είχε διατυπώσει, καί αυτός, καί ταυτόχρονα μέ τόν Δαρβίνο τή θεωρία τής μεταβολής τών ειδών μέ τή φυσική έπιλογή. Αύτό πού στόν Δαρβίνο, γράφει ό Ζακόμπ, μεταμόρφωσε ριζικά τή στάση μπροστά στόν έμβιο κόσμο είναι ή στροφή άπό τή μελέτη τών άτόμων στή μελέτη μεγάλων πληθυσμών.

Τά έμβια δντα ύφίστανται μεταβολές ύπό τήν επίδραση τοΰ περιβάλλοντος. Υπάρχουν εύνοϊκές μεταβολές, οί όποιες διατηρούνται, καί άλλες, βλαβερές, οί όποιες άπορρίπτονται μέ τή φυσική έπιλογή. «Ετσι σχηματίστηκαν νέα είδη. ‘Αλλά ή προσαρμογή στο περιβάλλον δέν είναι μια παθητική διαδικασία. Ό οργανισμός άντεπιδρά δημιουργώντας τό περιβάλλον του. Έπίσης, όπως σημείωνε ό Ένγκελς, ή προσαρμογή μπορεί νά σημαίνει τόσο πρόοδο δσο καί οπισθοδρόμηση (π.χ., ή προσαρμογή στήν παρασιτική ζωή είναι πάντα μια οπισθοδρόμηση). Κατά τόν Ένγκελς, πάντοτε, κάθε πρόοδος στήν οργανική έξέλιξη είναι ταυτόχρονα δπισθοδρόμηση, άπό τό γεγονός δτι καθορίζοντας μιά μονόπλευρη έξέλιξη άποκλείει τή δυνατότητα γιά έξέλιξη πρός πολλές άλλες κατευθύνσεις. Έτσι, οί ικανότεροι θά έπιβιώσουν. Οί Μάρξ και Ένγκελς είχαν κατανοήσει τή σπουδαιότητα της θεωρίας του Δαρβίνου, άλλά καί τις άδυναμίες της. Τό σφάλμα τοΰ Δαρβίνου, έγραφε ό Ένγκελς, ήταν δτι άνάμειξε στή φυσική έπιλογή, ή έπιβίωση τών ικανοτέρων, δυό διαφορετικά πράγματα : Έπιλογή λόγω πίεσης τοΰ υπερπληθυσμού καί έπιλογή χάρη στήν προσαρμογή στίς συνθήκες.

Ό Δαρβίνος είχε συλλάβει τό ρόλο τών διαφοροποιήσεων ( variations) γιά τήν έξέλιξη τών ειδών. Εντούτοις δέν μποροΰσε να έξηγήσει τούς μηχανισμούς τών διαφοροποιήσεων καί τής έπιλογής, έπειδή στήν έποχή του ή Βιοχημεία καί ή Γενετική πρακτικά δέν υπήρχαν. Πώς μποροΰμε, κατά συνέπεια, νά δοΰμε σήμερα τή θεωρία τοΰ Δαρβίνου; Ας άκούσουμε τόν Φρ. Ζακόμπ: « Μποροΰμε νά ποΰμε δτι οτιδήποτε βρέθηκε άπό τή Γενετική, ολόκληρο τό σώμα τών δογμάτων πού σχηματίζει αύτό πού σήμερα ονομάζεται κλασική γενετική καί μοριακή βιολογία, ήλθε να στηρίξει τή θεωρία πού διατύπωσε ό Δαρβίνος καί νά τής προσφέρει ένα κυτταρικό καί μοριακό στήριγμα ».22 Ό νεοδαρβινισμός, κατά τόν Ζακόμπ, δέν είναι τίποτε άλλο άπό τόν Δαρβίνο, μετά τόν Μέντελ καί τή μοριακή βιολογία.

Σήμερα μιλάμε γιά νεοδαρβινισμό ή, άκριβέστερα, γιά συνθετική θεωρία τής έξέλιξης. Ή θεωρία αύτή, όπως σημειώνει ό Α. de Ridés, καθιερώθηκε άπό τή δεκαετία τοΰ ’30, χάρη στή σύγκλιση άπόψεων πού προέρχονταν άπό τόν κλασικό δαρβινισμό, τροποποιημένο άπό τή θεωρία τών μεταλλάξεων (mutationisme ), στόν όποιο έπιχείρησαν νά προσθέσουν δλα τά κεκτημένα τής γενετικής τών πληθυσμών καί ιδιαίτερα τή μαθηματική διαπραγμάτευσή του. Ή συνθετική θεωρία τής έξέλιξης διαμορφώθηκε κατά τή δεκαετία τοϋ ’30 άπό Σοβιετικούς καί ‘Αγγλοσάξονες ερευνητές. Ή διαφοροποίηση καί ή έπιλογή συνιστούν στό πλαίσιο αύτης τής θεωρίας Ινα λειτουργικό ζεύγος. Οί γενετικές μεταλλάξεις είναι ή πηγή τής κληρονομικής διαφοροποίησης, καί ή έπιλογή πραγματοποιεί μιά διαλογή άνάμεσα στά διαφορετικά. Κατά τόν J. Ninio, ό δαρβινισμός είναι κατά κάποιον τρόπο αύτό πού είναι ό Κοπέρνικος γιά τόν φυσικό : «Ενα γενικό πλαίσιο της νόησης έξω άπό τό όποιο τό καθετί θά ήταν παράλογο ή τρομερά περίπλοκο, πλαίσιο γιά τό όποιο δέν γίνεται πλέον προσπάθεια να επαληθευτεί στίς λεπτομέρειες.

Είναι έξάλλου γνωστό 6τι ή θεωρία τοΰ Δαρβίνου είχε συνέπειες οί όποιες έκτείνονται πέρα άπό τήν περιοχή τής βιολογίας. Ό Ούάλλας, ό όποιος διατύπωσε ταυτόχρονα μέ τόν Δαρβίνο τή θεωρία τής φυσικής έπιλογής, δέν διατύπωσε τά φιλοσοφικά συμπεράσματα τής θεωρίας του, έπειδή, όπως σημειώνει ό S.J. Gould, θεωρούσε τό άνθρώπινο πνεύμα σάν τή μόνη θει’κή συνεισφορά στήν ιστορία τής ζωής. Ό Δαρβίνος, αντίθετοι, σημειώνει ό Γκούλντ, συνέτριψε δύο χιλιάδες χρόνια φιλοσοφίας καί θρησκείας. Στό έπίγραμμα τοΰ Σημειωματάριου Μ, ό Δαρβίνος έγραφε: «Ό Πλάτων γράφει στόν Φαίδωνα δτι οί » ιδέες τής φαντασίας » προέρχονται άπό τήν προΰπαρξη τής ψυχής, δτι δέν προκύπτουν άπό την έμπειρία… Διάβασε πίθηκος γιά τήν έμπειρία ». ‘Αλλά ό Δαρβίνος, κατά τον Γκούλντ, ήταν Ινας « πολύ ήσυχος έπαναστάτης ». Καθυστέρησε πάρα πολύ νά δημοσιεύσει τό έργο του- έπίσης άπέφυγε νά έκθέσει δημόσια τις φιλοσοφικές συνέπειές του. Έτσι έγραφε στόν Μάρξ ( 1890 ) : «Μοΰ φαίνεται ( άδικα ή δίκαια ) ότι οί έπιθέσεις έναντίον τοΰ χριστιανισμού καί τοΰ θεϊσμοΰ δέν έχουν πρακτικά επίδραση στό κοινό καί δτι ό έμπλουτισμός τοΰ άνθρώπινου πνεύματος πού άκολουθεΐ τήν πρόοδο τής έπιστήμης θά άπελευθερώσει περισσότερο τούς στοχαστές. Γι’αύτό απέφυγα πάντοτε νά μιλάω γιά τή θρησκεία καί περιορίστηκα στήν έπιστήμη ». Ό δαρβινισμός συνέβαλε στήν κατεδάφιση τής θεολογίας καί τοϋ δόγματος της Δημιουργίας. Εντούτοις, παρά τις ήττες τους, ή θεολογία και τό δόγμα τής Δημιουργίας συνεχίζουν τήν παρασιτική ζωή τους ώς « όπιο τών λαών ».

Ό Μάρξ καί ό Ένγκελς, άπό τήν πλευρά τους, είχαν συλλάβει τόν έπαναστατικό χαρακτήρα τής θεωρίας τοΰ Δαρβίνου. Συγκεκριμένα, ό Μάρξ έγραφε στόν Ένγκελς : « Σ’ αύτό τό βιβλίο βρίσκω τά ίστορικά-ύλιστικά θεμέλια τής άντίληψής μας ». Έπίσης, σέ μιά έπιστολή στόν Lassalle, ό Μάρξ έγραφε : « Τό βιβλίο τοΰ Δαρβίνου είναι πάρα πολύ σπουδαίο καί μοΰ ταιριάζει ώς βάση της ιστορικής πάλης τών τάξεων ». Ά ς άκούσουμε έπίσης έναν σύγχρονο ειδικό, τόν Π. Τόρ : « Μέχρι έδώ όλα είναι άπλά : ή εξελικτική βιολογία τού Δαρβίνου, ώς φυσική ιστορία, είναι ή υλιστική βάση στήν όποία στηρίζεται φυσιολογικά τό μαρξ-ενγκελσιανό οικοδόμημα τής κοινωνικής ιστορίας τοΰ άνθρώπου, όπου ή ιστορική πάλη τών τάξεων άντικαθιστά τόν βιολογικό άγώνα γιά την ύπαρξη.

Ή θεωρία τοΰ Δαρβίνου άποτέλεσε όπλο έναντίον τής θεολογίας, τοΰ δόγματος τής Δημιουργίας, καί τών διαφόρων μυστικιστικών δογμάτων. Οί φιλοσοφικές καί οί ιδεολογικές συνέπειές της άποτέλεσαν μιά άπό τίς βάσεις τής υλιστικής κοσμοαντίληψης. Εντούτοις υπάρχουν έπιστήμες μέ ρεαλιστικά θεμέλια, καί οί όποιες, παρά ταύτα, τροφοδότησαν τόν σύγχρονο άνορθολογισμό καί τό μυστικισμό. Τέτοια είναι ή περίπτωση τής κβαντικής μηχανικής, τών θεωριών τοΰ Αϊνστάιν καί τής σύγχρονης Κοσμολογίας. Ή ιδεολογική λειτουργία τών φυσικών έπιστημών δεν καθορίζεται άποκλειστικά άπό τό μέρος τής άλήθειας τό όποιο έκφράζουν. Ή θεωρία τοΰ Δαρβίνου, άντίθετα, ήταν καί παραμένει ένας άνένδοτος άντίπαλος τών θεωριών τής Δημιουργίας.

Θά τελειώσω αύτή τή σύντομη άναφορά στόν Δαρβίνο παραθέτοντας τήν άποψη ένός μαρξιστή βιολόγου, τοΰ καθηγητή G. Tessier, ό όποιος έγραφε σχετικά ήδη άπό τό 1945 : « Καμιά θεωρία της έξέλιξης δέν έξηγεΐ τόσο καλά όσο ό σύγχρονος δαρβινισμός τά ποικίλα χαρακτηριστικά τοΰ κόσμου τής ζωής. Γνωρίζουμε ότι ή ιστορία τής ζωής στή Γή δέν είναι παρά μιά άτέρμονη διαδοχή τυχαίων, τά όποια διορθώνονται κάθε στιγμή μέ τήν έπιλογή, ένας πάγιος και άξεδιάλυτος συνδυασμός τοϋ τυχαίου και τοΰ άναγκαίου [ . . . ] Στόν ίδιο τό μηχανισμό τής έξέλιξης οφείλει ή Φύση αύτό τό μείγμα αύστηρότητας καί άπρόβλεπτου τό όποιο παρουσιάζει καί παρουσίαζε πάντοτε ».  Έναντίον τής θεολογίας, έναντίον τής λεγόμενης « άνθρωπικής άρχής », έναντίον τοϋ άπλοϊκοϋ ύλισμού, ή διαλεκτική τοΰ τυχαίου καί τοΰ άναγκαίου. Ό ‘Οπάριν, ό Χαλνταίιν, ό Marcel Prenant ( 1893-1983 ) καί άλλοι μαρξιστές βιολόγοι συνέβαλαν όχι μόνο στήν κριτική κατανόηση τοΰ έργου τοΰ Δαρβίνου. Συνέβαλαν, ταυτόχρονα, στήν ανάπτυξη της θεωρίας. Μέ τό έργο τοΰ Δαρβίνου συγκροτήθηκε μιά νέα θεωρία. Ή « ήπειρος » τής Βιολογίας άναδύθηκε ώς ή υπέρβαση τών προεπιστημονικών άντιλήψεων γιά τή ζωή : Διαλεκτική υπέρβαση : Οΰτε επίπεδη συνέχεια οΰτε τομή. Τό νέο ένσωμάτωσε 6,τι ήταν βιώσιμο στό παλαιότερο « παράδειγμα ».


Ευτύχης Μπιτσάκης, «Η Ύλη και το Πνεύμα» -(απόσπασμα από τις σελίδες 237-243)



Από https://roides.wordpress.com/2012/09/29/29sep12/

Ουσία και αντικείμενο της μαρξιστικής φιλοσοφίας

 του Παναγιώτη Γαβάνα Ένα από τα βασικά ζητήματα που είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί στην αρχή αυτής της σειράς άρθρων που παρουσιάζουμε ανα...